Δεν είναι τόσο η ψήφος των ανώτατων δικαστών στη Βραζιλία, όπου με μια οριακή πλειοψηφία 4 έναντι 3 αθώωσαν το σημερινό πρόεδρο Μισέλ Τεμέρ από τις κατηγορίες για σκάνδαλο διαφθοράς που αντιμετώπιζε. Ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση αποτελεί το σκεπτικό τους. Ενώ ο ειδικός ερευνητής που ανέλαβε να συγκεντρώσει το υλικό και τις μαρτυρίες για το χρηματισμό του βραζιλιάνου προέδρου από την κρατική πετρελαϊκή εταιρεία Petrobras δήλωσε ότι «είναι αδιαμφισβήτητο πώς συνέβησαν τα εγκλήματα», ο πρόεδρος του δικαστηρίου δήλωσε πώς «είμαστε αντιμέτωποι με μια ειδική κατάσταση. Η Βραζιλία έχει μια ιστορία μεγάλης αστάθειας. Αυτή είναι η πραγματικότητα με την οποία είμαστε αντιμέτωποι», ήταν τα λόγια του.
Κοινώς, οι δικαστές δεν αποφάσισαν με την ψήφο τους κατά πόσο πράγματι ο Τεμέρ δέχθηκε παράνομες χρηματοδοτήσεις κι ήταν ένοχος για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος, όπως κατέληγαν οι κατηγορίες που τον βάραιναν στο πλαίσιο του σκανδάλου που γρήγορα ονομάστηκε «πλύσιμο αυτοκινήτων»… Αποφάσισαν για το αν η μεγαλύτερη σε έκταση χώρα της Λατινικής Αμερικής θα πρέπει μέχρι τις επόμενες εκλογές που θα διεξαχθούν το 2018 να αντικαταστήσει και τον δεύτερο πρόεδρο, με κάποιον που θα χαίρει ακόμη μικρότερης πολιτικής νομιμοποίησης. Ή, πιο ωμά, η απόφαση των δικαστών αφορούσε το κύρος μιας αντισυνταγματικής και πραξικοπηματικής ανατροπής όπως αυτή που εξελίχθηκε το 2016 διώχνοντας την Ντίλμα Ρουσέφ από την προεδρία. Κι η ψήφος τους ήταν καθαρά πολιτική: Να μην δημιουργήσουν περαιτέρω τριγμούς σε ένα πολιτικό σύστημα πανταχόθεν βαλλόμενο και να επιτρέψουν έτσι στη Δεξιά να ολοκληρώσει τις αντεργατικές μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησε.
Η πολιτική ψήφος των βραζιλιάνων δικαστών έγινε γρήγορα δεκτή με ενθουσιασμό από τις αγορές. «Αναλυτές δήλωσαν πώς οι αγορές θα αναστέναζαν από ανακούφιση με το άκουσμα της είδησης για την επιβίωση του Τεμέρ», έγραφαν οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς το Σάββατο 10 Ιουνίου. Και συνέχιζαν επαινώντας «τις συμβολικές εργατικές και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις του Τεμέρ, που θεωρούνται ουσιαστικές για την επανεκκίνηση μιας οικονομίας η οποία αναδύεται από τη χειρότερη ύφεση της ιστορίας της».
Το δίχτυ ασφαλείας που προσέφερε η δικαστική εξουσία στον αντιπρόεδρο —μέχρι πέρυσι— της Ρουσέφ, ο οποίος έφερε σε πέρας την ανατροπή της με την κατηγορία της αξιοποίησης μεθόδων δημιουργικής λογιστικής για να κρυφτεί η κακή δημοσιονομική κατάσταση της χώρας, δείχνει την ευκολία με την οποία ο καπιταλισμός χρησιμοποιεί δύο μέτρα και δύο σταθμά, όταν πρέπει να προωθήσει το πρόγραμμά του. Ένα πρόγραμμα που στη σημερινή συγκυρία, από τη Βραζιλία μέχρι την Ελλάδα, έχει ως σημαίες τη μείωση των συντάξεων και την ελαστικοποίηση της εργασίας. Για να υλοποιηθεί αυτό το πρόγραμμα η λαϊκή ψήφος πετιέται στα σκουπίδια και οικονομικά σκάνδαλα συγχωρούνται, αρκεί να ψηφίζονται αντιλαϊκά μέτρα.
*Πηγή: prin.gr