Από το τέλος του 20ου αιώνα, όταν η κρίση έπληττε την μια χώρα μετά την άλλη από τη Νοτιοανατολική Ασία μέχρι τη Λατινική Αμερική, φαίνεται να έχουν περάσει αιώνες, όχι δεκαετίες.
Εκδόσεις μακροχρόνιων ομολόγων (άνω των 29 ετών) από κυβερνήσεις αναδυόμενων χωρών
Είναι τόσο ραγδαίες οι αλλαγές που σημειώθηκαν στο οικονομικό τοπίο, με κυρίαρχες την ελεύθερη διακύμανση της ισοτιμίας των νομισμάτων, την αύξηση των συναλλαγματικών διαθεσίμων των κρατών και την αυστηροποίηση της οικονομικής πολιτικής, με την παγιοποίηση της λιτότητας, ώστε οι εστίες που προκάλεσαν τις δονήσεις εκείνης της περιόδου φαίνεται να έχουν κλείσει για τα καλά.
Η σημαντικότερη ωστόσο, έστω κι αν δεν ήταν παρά η αφορμή, παραμένει εδώ και εξακολουθεί να απειλεί: Η περίσσεια κεφαλαίου των ανεπτυγμένων χωρών του Βορρά που στο τέλος της ημέρας, όταν παίρνει τη μορφή της άμπωτης, δημιουργεί αλλεπάλληλους κλυδωνισμούς σε κράτη και εταιρείες των λεγόμενων αναδυόμενων οικονομιών. Κι από αυτή την άποψη, οι συνθήκες δεν έχουν αλλάξει τόσο πολύ σε σχέση με τα τελευταία χρόνια του 20ου αιώνα. Μάρτυρας, η πληθώρα νέων ομολογιακών εκδόσεων τα προηγούμενα χρόνια στις αναδυόμενες αγορές που είτε αφορούσαν κρατικά ομόλογα, με χώρες όπως η Σενεγάλη, η Νιγηρία και η Κένυα να εκδίδουν τίτλους διάρκειας 30 ετών, εκμεταλλευόμενες τα χαμηλά επιτόκια για να επιμηκύνουν τις λήξεις του χρέους τους και το Ιράκ να βγαίνει για πρώτη φορά στις αγορές χωρίς αμερικανική στήριξη, είτε προέρχονταν από ιδιωτικές ή δημόσιες εταιρείες να γίνονται ανάρπαστες. Κι ο αριθμός των εγγραφών να είναι πολλαπλάσιος των προσφερόμενων ομολόγων.
Οι συνθήκες ωστόσο που επέτρεψαν τη μεγέθυνση των ιδιωτικών αγορών κεφαλαίου οδηγώντας το χαρτοφυλάκιο ομολόγων από αναδυόμενες χώρες, να αυξηθεί από 102 δις. δολ. σε 242 δις. μέσα σε δύο χρόνια, με βάση εκτίμηση του ειδησεογραφικού πρακτορείου Ρόιτερς, αλλάζουν ραγδαία. Η προαναγγελθείσα σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής κι η αύξηση των επιτοκίων (τρεις φορές αναμένεται να αυξηθούν το 2018 τα επιτόκια του δολαρίου) θα μετατρέψει σε δηλητήριο το χρηματοδοτικό οξυγόνο που εισέρρεε αδιάληπτα επί 10 σχεδόν χρόνια στις 70 περίπου χώρες που εντάσσονται στην ομάδα των αναδυόμενων αγορών, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι η εποχή της ευφορίας θα συνεχίζεται για πάντα. Αυτή η ψευδαίσθηση είναι που οδήγησε για παράδειγμα το μέσο δημόσιο χρέος στην υποσαχάρια Αφρική να αυξηθεί από 34% το 2013 σε 48% του ΑΕΠ το 2017 και πολλές χώρες όπως η Αιθιοπία, η Γκάνα, η Ζάμπια κ.α. να δουν για πρώτη φορά το χρέος τους να ξεπερνά το 50% του ΑΕΠ τους, χωρίς παράλληλα να έχει υπάρξει καμιά βελτίωση στα θεμελιώδη μεγέθη που επιτρέπουν την αγόγγυστη αποπληρωμή του κι ενώ μάλιστα η φοροαποφυγή των πολυεθνικών γνωρίζει νέες δόξες. Η φυγή κεφαλαίων από την περιφέρεια της παγκόσμιας οικονομίας, όσο τα επιτόκια του δολαρίου και του ευρώ θα ξεκολλάνε από το επίπεδο του 0 και 1%, θα στερήσει κράτη και εταιρείες από πόρους, οδηγώντας τους πιο ευάλωτους …στα βράχια της χρεοκοπίας. Η περίοδος που τα δύο τρίτα των ομολόγων αναδυόμενων χωρών βαθμολογούνταν από τους οίκους αξιολόγησης σε επίπεδο που επέτρεπε την επένδυση θα φαίνεται τότε μακρινή ανάμνηση. Κι οι μεταξεταστέοι θα πάψουν να είναι μόνο το ένα τρίτο…
Συζήτηση στην ευρωβουλή
Σε αυτή την ξεχωριστή συγκυρία αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον η συζήτηση και η ψηφοφορία για τους όρους βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους που θα διεξαχθεί στην ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου την Τρίτη 17 Απριλίου. Ο διάλογος θα στηριχθεί σε μια έκθεση που εγκρίθηκε στις 20 Μαρτίου, με 17 ψήφους υπέρ και 9 κατά, στην Επιτροπή Ανάπτυξης της ευρωβουλής. Η έκθεση εξ αρχής αναγνωρίζει την «αύξηση στον αριθμό των αναπτυσσόμενων χωρών που ταξινομούνται από το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα σε εκείνες που επιβαρύνονται με μη βιώσιμο χρέος ή παρουσιάζουν υψηλό ή μεσαίο κίνδυνο, με τις περισσότερες από τις χώρες χαμηλού εισοδήματος να ανήκουν τώρα στην μια ή την άλλη κατηγορία». Τούτων δοθέντων επισημαίνει τους κινδύνους που αναδύονται στο λεγόμενο «παγκόσμιο Νότο», με αφορμή τη σταδιακή επιδείνωση όλων των δεικτών του χρέους και τη συνακόλουθη απομάκρυνση δεκάδων χωρών από τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ. Πρόκειται για ένα σύνολο 17 διακριτών στόχων που ξεφεύγουν από του δείκτες της οικονομικής μεγέθυνσης και περιγράφουν τη βελτίωση των όρων ζωής της πλειοψηφίας: Αντιμετώπιση της φτώχειας και της πείνας, εξασφάλιση υγείας, ποιοτικής εκπαίδευσης, καθαρού νερού και ενέργειας, κοκ.
Παρότι το τελικό κείμενο που θα γίνει δεκτό δεν είναι ακόμη γνωστό στις λεπτομέρειες του καθώς αποτελεί αντικείμενο πολιτικών αντιπαραθέσεων, μεταξύ άλλων περιλαμβάνει αρκετές ριζοσπαστικές προτάσεις. Για παράδειγμα, έκκληση στα κράτη μέλη της ΕΕ να αποδεχθούν έστω και τώρα την απόφαση που έλαβε κατά πλειοψηφία η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο του 2015 για την δημιουργία ενός πλαισίου αναδιάρθρωσης δημοσίων χρεών και την οποία τότε είχαν καταψηφίσει. Τα καλεί να ενσωματώσουν επίσης στο δίκαιο τους νόμο που έχει υιοθετήσει το Βέλγιο βάσει του οποίου τίθενται φραγμοί στην κερδοσκοπία επί του δημόσιου χρέους από τα «κεφάλαια – γύπες». Σε άλλο σημείο προβλέπεται το δικαίωμα των κρατών να επιλέξουν την υλοποίηση των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ έναντι της αποπληρωμής του χρέους. Επίσης, «έκκληση στις πιστώτριες χώρες να προτιμήσουν στο μέλλον την αυξημένη επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια από την εξυπηρέτηση του χρέους, όπου οι εκθέσεις αξιολόγησης δείχνουν ότι η επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης κινδυνεύει σε μακροπρόθεσμη βάση από τη συρρίκνωση των δημόσιων οικονομικών».
Πρόκειται για ένα πλαίσιο που θα ήταν ευχής έργο να γίνει αποδεκτό και πολύ περισσότερο να εφαρμοσθεί…
*Πηγή: Νέα Σελίδα