Η πρόσφατη συμφωνία για τη λύση του προβλήματος με τα Σκόπια προκάλεσε πολλές συζητήσεις και αντιδράσεις σε όλους τους πολιτικούς χώρους. Οξείες αντιπαραθέσεις και απαράδεκτους χαρακτηρισμούς. Επιθέσεις στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και προσπάθεια διαχωρισμού των πολιτών. Κατηγορίες για εσχάτη προδοσία και μειοδοσία. Οι πατριδοκάπηλοι και οι σύγχρονοι μακεδονομάχοι έκαναν και πάλι την εμφάνιση τους. Μέσα σε αυτό το σκηνικό και την αναμπουμπούλα οι νοσταλγοί των ναζί κάλεσαν το στρατό να επέμβει. Για μια ακόμη φορά ο λαϊκισμός και ο φανατισμός κυριαρχούν, τα πολιτικά επιχειρήματα χάνονται και η ουσία του προβλήματος συσκοτίζεται. Ήταν η κατάλληλη στιγμή για να λυθεί το ζήτημα; Ποιος έπρεπε να έχει την πρωτοβουλία επίλυσης ; Τελικά η συμφωνία είναι τόσο κακή ; Τέτοια ερωτήματα και άλλα χρειάζεται να αναλυθούν με ψυχραιμία, αν και το πολωτικό κλίμα του τελευταίου διαστήματος δε βοηθά καθόλου σε αυτό.
Το μεγάλο πρόβλημα της συνομολόγησης, κατά την άποψη μου, δεν είναι ούτε ο χρόνος, ούτε το περιεχόμενο της, αλλά οι συνθήκες μέσα στις οποίες αυτή επιτεύχθηκε, οι φανεροί και κρυφοί στόχοι της. Είναι αλήθεια ότι το σκοπιανό έπρεπε να ξεκολλήσει . Το παράδειγμα της Κύπρου, όπου χάθηκαν ευκαιρίες να λυθεί το ζήτημα με έναν ικανοποιητικό για τις δύο πλευρές τρόπο, πρέπει να μας διδάξει. Η συμφωνία αυτή θα είχε πολύ μεγάλη αξία και θα συνέβαλε στην σταθερότητα της περιοχής, αν γινόταν με πρωτοβουλία των δύο μερών και όχι κάτω από την πίεση και τη διαιτησία του αμερικανικού παράγοντα . Αν ο ουσιαστικός της στόχος δεν ήταν η ένταξη της FYROM στο ΝΑΤΟ και στους σχεδιασμούς που κάνει στην ευρύτερη περιοχή. Έλληνες και διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ότι με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται ένα επιθετικό τόξο απέναντι στη Ρωσία από τη μια και στη Μέση Ανατολή και το Ιράν από την άλλη, αφού οι ΗΠΑ ελέγχουν στρατιωτικά σχεδόν όλα τα Βαλκάνια. Επιπλέον, δεν αποκλείουν νέα πολεμική ανάφλεξη στην περιοχή με επίκεντρο τη Σερβία , η οποία παραμένει εκτός βορειοαντλαντικού συμφώνου με αλλαγή, αν χρειαστεί, ακόμη και των συνόρων. Εξάλλου, οι βομβαρδισμοί στην Γιουγκοσλαβία το 1999 και ο διαμελισμός της είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου δράσης του ΝΑΤΟ και των εταίρων του. Επομένως, και μόνο για αυτόν το σοβαρό λόγο η συμφωνία είναι προβληματική από τη γέννησης της, γιατί ο πραγματικός σκοπός της δεν είναι η επίλυση του προβλήματος για το καλό των δύο λαών.
Παρόλα αυτά θα μπορούσε κανείς να βρει θετικά σημεία, αν και κατά την κρίση μου το περιεχόμενο της έχει δευτερεύουσα σημασία. Είναι , βεβαίως, αυτονόητο ότι σε μια διαπραγμάτευση κάτι θα χάσεις και κάτι θα κερδίσεις , αν μάλιστα το θέμα της βρίσκεται σε στασιμότητα για πολλά χρόνια. Το ζητούμενο είναι πού σταματούν οι κόκκινες γραμμές. Η Ελλάδα μπορεί να αναγνώρισε μακεδονική γλώσσα το έκανε, ωστόσο, με τρόπο σαφή και ξεκάθαρο. Πρόκειται για νότιο σλαβικό ιδίωμα, το οποίο δεν έχει καμία σχέση με την αρχαία Ελλάδα και την αρχαία Μακεδονία. Το ίδιο συνέβη και με τον όρο Μακεδόνας. Έγινε απολύτως διακριτό ότι η χρήση του από Ελλάδα και Σκόπια αναφέρεται σε διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο και διαφορετική κληρονομιά. Επίσης, η ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό για όλες τις χρήσεις αποτελεί δικαίωση για τη χώρα και σε αυτό είχαν συμφωνήσει όλα τα κόμματα. Δηλαδή με δυο λόγια τα Σκόπια θα αναγκαστούν να προχωρήσουν σε συνταγματική αναθεώρηση και να εγκαταλείψουν κάθε τι που είχαν οικειοποιηθεί από την αρχαία Μακεδονία και αυτό δεν πρέπει καθόλου να υποτιμάται.
«Φίλος μεν Πλάτων, φιλτάτη δε η αλήθεια», μας είπε ο Αριστοτέλης θέλοντας να τονίσει ότι δεν πρέπει να αποκρύπτουμε την αλήθεια, γιατί έχουμε συμφέρον ή κάποιο άλλο λόγο. Η ριζοσπαστική αριστερά σήμερα, νομίζω, πρέπει να καταγγείλει την κυβέρνηση που υπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ και να αποκαλύψει τον κρυφό το στόχο της συμφωνίας , αλλά και με τόλμη να δει τα θετικά της. Να μην παρασυρθεί από εθνικιστικές κορώνες , οι οποίες δε βοηθούν ούτε τη χώρα, ούτε την κοινωνία να κατανοήσει ότι ο δούρειος ίππος δε βρίσκεται στην ονομασία, τη γλώσσα ή την ιθαγένεια , αλλά ακούει στο όνομα ΝΑΤΟ.