Πως λειτουργεί οικονομικά ένα σύγχρονο κυρίαρχο κράτος

703
Οι 10 μεγάλες απάτες που συνδέουν

Η ανεξαρτησία ενός σύγχρονου κράτους βασίζεται, κατά κυριολεξία, στο γεγονός ότι το κράτος έχει το μονοπώλιο της έκδοσης του νομίσματος της χώρας. Το κράτος είναι ο μοναδικός προμηθευτής του νομίσματος (προσφορά) και απαιτεί, στο νόμισμα που εκδίδει, να πληρώνονται οι φόροι από τους πολίτες  που αυτό επιβάλει (ζήτηση).

Κατά συνέπεια το κράτος πρέπει πρώτα να δαπανήσει το νόμισμα του για να μπορέσει μετά ο ιδιωτικός τομέας να το ζητήσει  για να πληρώσει τους φόρους που του αναλογούν ή να αγοράσει ομόλογα.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι για να δαπανήσει το κράτος δεν φορολογεί πρώτα ή δανείζεται το νόμισμά του από τους πολίτες του  εκδίδοντας ομόλογα. Πρώτα δαπανά και μετά φορολογεί και εκδίδει ομόλογα.

Εδώ εγείρονται πέντε  εύλογα ερωτήματα. Πως το κράτος δαπανά, από που προέρχεται το χρήμα, αφού το κράτος εκδίδει το νόμισμα  του γιατί φορολογεί τους πολίτες του, γιατί δανείζεται το νόμισμά του εκδίδοντας ομόλογα και ποιο είναι το όριο δαπανών ενός κυρίαρχου κράτος.

Πως δαπανά ένα σύγχρονο κυρίαρχο κράτος.

Ας σκεφτούμε την Κεντρική Τράπεζα ως το Λογιστήριο του Κράτους που τηρεί τον λογαριασμό ‘Δαπάνες του Κράτους’. Κάνει και άλλα πράγματα η Κεντρική Τράπεζα αλλά εδώ θα μας απασχολήσει αυτή η δραστηριότητα της.

Όταν λοιπόν η κυβέρνηση αποφασίσει να δαπανήσει, για να αγοράσει προϊόντα και υπηρεσίες από τον ιδιωτικό τομέα ή να καταβάλλει μισθούς και συντάξεις, τότε αυτά τα χρηματικά ποσά η Κεντρική Τράπεζα, με διαταγή του Υπουργείου Οικονομικών, τα πιστώνει στις Εμπορικές Τράπεζες που οι δικαιούχοι των ποσών αυτών διατηρούν λογαριασμούς. Έτσι απλά στην κυριολεξία  δαπανά το κράτος.

Από που παρέρχεται το χρήμα που το κράτος δαπανά;

Μα από πουθενά. Απλά το χρήμα στην εποχή μας δημιουργείται από την πληκτρολόγηση του στον υπολογιστή της Κεντρικής Τράπεζας. Τόσο απλά. Το χρήμα δεν έχει υλική υπόσταση, πέραν ενός 3% της συνολικής ποσότητας του  χρήματος, που έχει μορφή κερμάτων και χαρτονομισμάτων. Το χρήμα υπάρχει απλές ηλεκτρονικές λογιστικές εγγραφές.

Γιατί όμως φορολογεί το κράτος;

Ο πρώτος λόγος που το  κράτος φορολογεί, και απαιτεί οι φόροι να αποπληρώνονται  με το νόμισμα που το κράτος εκδίδει, είναι για να δημιουργεί ζήτηση για το νόμισμα του. Χωρίς ζήτηση δεν θα  μπορούσε να σταθεί το νόμισμα.

Ο δεύτερος λόγος που φορολογεί το κράτος, δηλαδή αφαιρεί αγοραστική δυνατότητα από τους πολίτες, είναι ότι  μέσω της φορολογίας το κράτος μειώνει τις πληθωριστικές πιέσεις αν αυτές εμφανιστούν λόγω κακής εισοδηματικής πολιτικής κυρίως, δηλαδή προστατεύει την αξία του νομίσματος.

Ο τρίτος λόγος που φορολογεί το κράτος είναι ότι θέλει αυτό να έχει λόγο στα αγαθά και στις υπηρεσίες που θα παραχθούν και να τα διανείμει εκεί που αυτό θεωρεί ως προτεραιότητα, ανάλογα της πολιτικής θέλησης του Λαού.

Ο τελευταίος λόγος που το κράτος φορολογεί έχει να κάνει με την αναδιανομή του εισοδήματος, δηλαδή η φορολογία είναι ένα ισχυρό όπλο κατά της κοινωνικής ανισότητας.

Αυτές είναι βασικά οι αιτίες που  ένα σύγχρονο κράτος φορολογεί. Δεν θέλει το κράτος τα χρήματα των πολιτών του για να δαπανήσει. Τα κράτος επί της ουσίας θέλει να έχει άποψη και να μπορεί να διακατέχει προϊόντα και υπηρεσίες που επιθυμεί.

Γιατί το Κράτος Δανείζεται;

Γιατί το κράτος δανείζεται το νόμισμα του, το νόμισμα που εκδίδει πουλώντας ομόλογα; Φυσικά δεν το κάνει αυτό για δαπανήσει. Το κάνει για λόγους καθαρά νομισματικής πολιτικής.

Με τον όρο νομισματική πολιτική εννοούμε τον καθορισμό του ύψους των επιτοκίων. Όταν το κράτος δαπανά, πέραν το φορολογικών εσόδων,  τότε προστίθενται στην διατραπεζική αγορά πολλά αποθεματικά (ρευστότητα) με αποτέλεσμα το επιτόκιο που η Κεντρική Τράπεζα επιθυμεί να υπάρχει στην αγορά να τίθεται σε κίνδυνο.

Για τον λόγο αυτό η Κεντρική Τράπεζα εκδίδει ομόλογα τα οποία πουλάει στις εμπορικές τράπεζες, σε αμοιβαία κεφάλαια, σε συνταξιοδοτικά ταμεία, σε άλλα ιδρύματα, σε ιδιώτες  και έτσι αφαιρεί ρευστότητα και αποκαθιστά το ύψος του επιτοκίου εκεί που επιθυμεί. Άρα η πώληση ομολόγων είναι μέρος της νομισματικής πολιτικής και όχι μέρος της δημοσιονομικής πολιτικής, δηλαδή δεν γίνεται για να δαπανήσει το κράτος.

Εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι τα ομόλογα συνιστούν για τον καθένα που τα κατέχει ασφαλή αποταμίευση  και φυσικά δεν συνιστούν επί της ουσίας χρέος για την κυβέρνηση. Αλλά αφού έχει καθιερωθεί να λέμε τα ομόλογα χρέος της Κυβέρνησης μπορούμε να πούμε ότι το χρέος αυτό συνιστά και εθνική αποταμίευση.

Κατά συνέπεια όταν το κράτος δαπανά, πέραν και παραπάνω των φορολογικών εσόδων, ο λογαριασμός αυτός κλείνει στην Κεντρική Τράπεζα με την εξής μορφή, και λίαν κακώς, Δάνεια προς το Κράτος από την Κεντρική Τράπεζα/ Δαπάνες του Κράτους. Λέω λίαν κακώς γιατί δεν υπάρχει επί της ουσίας πουθενά δανεισμός του κράτους. Αυτή η λογιστική πρακτική μας έρχεται από τον κανόνα του χρυσού ή τώρα με το ευρώ που το κράτος πράγματι δανειζότανε για να δαπανήσει και δημιουργεί ακόμα λάθος εντυπώσεις.

Το συμπέρασμα που βγαίνει από τα παραπάνω είναι ότι ένα κράτος που εκδίδει το νόμισμα του η κυβέρνηση του μπορεί να αποπληρώσει οτιδήποτε που είναι εκφρασμένο στο δικό της νόμισμα, ομόλογο, υπηρεσία, αγαθό, στο χρόνο που ορίζεται και δεν έχει κίνδυνο πτώχευσης.

Εδώ τίθεται το τελευταίο ερώτημα. Έως ποιό σημείο μπορεί να δαπανά ένα κράτος που εκδίδει το νόμισμα του. Ο μόνος περιορισμός που αντιμετωπίζει ένα κυρίαρχο κράτος είναι η διαθεσιμότητα και η ποιότητα των πραγματικών του πόρων. Αν όλοι οι πόροι του κράτους πλήρως απασχοληθούν, συμπεριλαμβανομένης και της ανεργίας,  τότε κάθε δαπάνη του κράτους που ξεπερνά την παραγωγική ικανότητα της οικονομίας θα οδηγήσει σε πληθωρισμό. Αλλά αυτός είναι ο ένας περιορισμός. Ο άλλος περιορισμός είναι η χώρα, συνυπολογίζοντας τις εξαγωγές της και τις υπηρεσίες που της προσφέρουν ξένο συνάλλαγμα, να μην εκδίδει ομόλογα εκφρασμένα σε ξένο νόμισμα ή να υπόσχεται να ανταλλάσσει το νόμισμα της σε οτιδήποτε άλλο και σε σταθερή ισοτιμία.

Τελειώνοντας το επιχείρημα ότι δεν υπάρχουν χρήματα για να επιτευχθεί ο στόχος της πλήρους απασχόλησης  δεν ευσταθεί σε ένα κράτος που είναι επικυρίαρχο, και αν αυτό δεν επιτυγχάνεται η αιτία πρέπει να αναζητηθεί στην πολιτική. Επί πλέον η δημοσιονομική πειθαρχεία είναι ένας άλλος  μύθος για χώρες που εκδίδουν το δικό τους νόμισμα. Οι προϋπολογισμοί του Κράτους κάλλιστα μπορεί να είναι ελλειμματικοί έως ότου επιτευχθεί η πλήρης απασχόληση. Σαν χώρα που εκδίδει το δικός της νόμισμα είναι αδύνατον να επιβάλλει η κυβέρνηση την δημιουργία αποταμιεύσεων για να δαπανήσει αργότερα. Λειτουργικά  όταν το κράτος δαπάνα η Κεντρική Τράπεζα πιστώνει τους λογαριασμούς των εμπορικών τραπεζών. Πλεόνασμα στον προϋπολογισμό δεν δίνει μεγαλύτερη δυνατότητα στην Κυβέρνηση να δαπανήσει. Ο πραγματικός περιορισμός σε ένα κράτος που εκδίδει το νόμισμα του είναι όχι το χρήμα αλλά οι πραγματικοί πόροι της οικονομίας, υλικοί και ανθρώπινοι.

Δυστυχώς μέσα στο τρελοκομείο της ευρωζώνης οι περιορισμοί προέρχονται από το χρήμα και όχι από τους πραγματικούς πόρους, αφού το ευρώ έχει χαρακτηριστεί σπάνιο αγαθό, χωρίς κόστος παραγωγής, που το εκδίδουν μόνο οι τραπεζίτες και έτσι η Ελλάδα με απόφαση του πολιτικού κατεστημένου χάριν των τραπεζιτών, να είναι σε μνημόνια, φτώχεια, ανασφάλεια και με 1,5 εκατ ανέργους. Ζούμε σε ένα παράλογο περιβάλλον.

Πιο απλά δεν γίνεται.

Σπύρος Στάλιας, Οικονομολόγος PhD

spyridonstalias@hotmail.com

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας