Η παραίτηση Renzi από αρχηγός του Δημοκρατικού Κόμματος ήταν αναμενόμενη. O Renzi παραιτήθηκε για να διεκδικήσει πιο αποτελεσματικά την επανεκλογή του στο επόμενο κομματικό συνέδριο, τον Μάιο. Ο προβληματισμός παραμένει; Θα μείνει ενωμένο το κόμμα;
Πολιτικοί αναλυτές χαρακτηρίζουν ως θέατρο του παραλόγου όσα επισυμβαίνουν στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό της Ιταλίας. Ενώ η χώρα είναι αντιμέτωπη με τη λιτότητα, τη διάσωση των τραπεζών, την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης και του κρατικού χρέους, βρίσκεται στο μέσον βαθιάς πολιτικής κρίσης και μιας προβληματικής κυβέρνησης με τον Paolo Gentiloni, που ανέλαβε τα ηνία από τον Matteo Renzi μετά το αποτυχημένο, για τον τελευταίο, δημοψήφισμα.
Από καιρό αναμενόμενη παραίτηση Ρέντσι
Ιδιαίτερα στο εσωτερικό της κεντροαριστεράς η κατάσταση έχει φτάσει σε οριακό σημείο. Το πρωί ξεκίνησε η συνέλευση του Δημοκρατικού Κόμματος, από το οποίο θα πρέπει να προκύψει ημερομηνία έκτακτου συνεδρίου. Παίρνοντας τον λόγο ο πρώην πρωθυπουργός Renzi έσπευσε να εξαγγείλει υποκριτικά την παραίτησή του, “Αλλά κανείς δεν μπορεί να με εμποδίζει να ξαναβάλω υποψηφιότητα“, ανέφερε. Κάλεσε μάλιστα το κόμμα να παραμείνει ενωμένο. “Έξω μας θεωρούν τρελούς, σήμερα προέχει ο διάλογος, αλλά αμέσως μετά συνεχίζουμε την πορεία μας“, τόνισε. Η παραίτηση Renzi ήταν από καιρό αναμενόμενη, μάλιστα σύμφωνα με το καταστατικό έπρεπε να παραιτηθεί για να εκλεγεί νέος γενικός γραμματέας του κόμματος στο συνέδριο. Εξίσου πιθανή θεωρείται όμως η επανεκλογή του στο ίδιο αξίωμα και η νέα υποψηφιότητά του για πρωθυπουργός στις επόμενες εκλογές, το αργότερο αρχές του 2018.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν το κόμμα θα καταφέρει να αποφύγει την διάσπαση. Η «αριστερή» μειοψηφία του συναντήθηκε χθες σε θέατρο της Ρώμης και επανέλαβε ότι δεν εννοεί να διαγράψει τα ιδεώδη και τις αρχές της. Στις τελευταίες επαφές της μειοψηφίας με τον Renzi επιχειρήθηκε ο εξής συμβιβασμός. Να διαρκέσει η κυβέρνηση του Paolo Gentiloni μέχρι το 2018 και να μην γίνουν πρόωρες εκλογές, ώστε να αποφευχθεί και η διάσπαση του κόμματος.
Ο κίνδυνος διάσπασης παραμένει
Το θέμα, όμως, είναι σαφώς βαθύτερο. Το μεγάλο ερώτημα είναι: μετά την ήττα στο συνταγματικό δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου ο Matteo Renzi μπορεί να συνεχίσει να ηγείται της κεντροαριστεράς; Μπορεί να βρει τρόπο να δημιουργήσει γέφυρες συνεργασίας με όσους έχουν διαφωνήσει ανοικτά;
Οι εσωκομματικοί του αντίπαλοι, είναι έτοιμοι να φύγουν, εν ονόματι μιας “πραγματικής αριστεράς”.
Πραγματική αριστερά, όμως, δεν μπορεί να υπάρξει αν δεν ξεκόψει όχι μόνο από τον Renzi αλλά συνολικά από το Δημοκρατικό Κόμμα και τον κυβερνητισμό και δεν θέσει θέμα ρήξης και αποχώρησης από την ευρωζώνη.
Το ερώτημα είναι τι θα κάνει και πώς θα πορευθεί το νεοϊδρυθέν κόμμα “Ιταλική Αριστερά“.
Παράλληλα, ο Ρέντσι πρέπει να υπoλογίσει και το ρίσκο των δημοτικών εκλογών του Ιουνίου, διότι μια νέα ήττα, μετά και από τυχόν διάσπαση, θα ήταν, σίγουρα, πολύ βαριά. Και την ίδια ώρα, το βλέμμα όλων, φυσικά, είναι στραμμένο και στις βουλευτικές εκλογές, όταν τελικά αυτές προκηρυχθούν: αν το κόμμα μείνει ενωμένο, αλλά το κλίμα δεν βελτιωθεί, πολλοί “αντάρτες” της μειοψηφίας, πιθανότατα δεν θα συμπεριληφθούν στα ψηφοδέλτια. Αλλά αν, από την άλλη, οι Δημοκρατικοί, στο μεταξύ διασπασθούν, σίγουρα δεν θα μπορούν να φιλοδοξούν να αναδειχθούν σε πρώτη δύναμη της χώρας, και να κερδίσουν το πολύτιμο “μπόνους εδρών” που προβλέπει ο εκλογικός νόμος για την βουλή.