Ο Erdogan εξακολουθεί να διχάζει τους Τούρκους

1571
ανταγωνιστές

Η Τουρκία του Tayyip Erdogan βιώνει μια έντονη αντίφαση: ενώ αποκτά όλο και περισσότερο τα χαρακτηριστικά ενός αυταρχικού καθεστώτος, εξακολουθεί να διατηρεί τα εξωτερικά στοιχεία της δημοκρατικής νομιμοποίησης. Για τους ιθύνοντες του κόμματος Δημοκρατίας και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) η νίκη στην κάλπη διατηρεί όλη της τη σημασία, μολονότι έχει απογυμνωθεί από κάθε άλλο γνώρισμα μιας λειτουργικής δημοκρατίας: την ελευθερία του Τύπου, την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, κ.ο.κ.
Μέχρι πρότινος, το κυριότερο εκλογικό πλεονέκτημα του ΑΚΡ ήταν ο θετικός αντίκτυπος των οικονομικών πολιτικών του στην καθημερινότητα των πολιτών, ενώ στο διάστημα από το 2002 μέχρι το 2007 το κόμμα επωφελήθηκε και από τις ενίσχυση των πολιτικών ελευθεριών που επέφερε η αποδυνάμωση του καταπιεστικού κεμαλικού κράτους. Μάλιστα αυτή η έξοδος από το περιοριστικό ψυχροπολεμικό πλαίσιο επέτρεπε το 2009 στον Erdogan να διακηρύσσει ότι η Τουρκία “δεν είναι πια μια χώρα που περιβάλλεται από εχθρούς”.
Ωστόσο, η οικονομική επιβράδυνση και η φθορά από την μακρά παραμονή στην εξουσία τραυμάτισαν την κοινωνική συμμαχία επί της οποίας στηριζόταν η πλειοψηφία του ΑΚΡ. Η καταστολή των διαδηλώσεων του Γκεζί το 2013 και η επανέναρξη των ένοπλων συγκρούσεων με το ΡΚΚ δύο χρόνια μετά διέρρηξαν τους δεσμούς των κυβερνώντων με τους φιλελέυθερους και τους Κούρδους αντιστοίχως. Πολύ χαρακτηριστικά, και οι δύο αυτές εξελίξεις αποδόθηκαν από τον Erdogan στον δάκτυλο επίβουλων ξένων, ενώ το κυβερνών κόμμα βρέθηκε να ορίζεται ολοένα και περισσότερο από μία διχαστική “πολιτική ταυτοτήτων”, με τον κράτος να επιστρατεύεται για την ενεργό προώθηση των συντηρητικών αξιών του σκληρού πυρήνα της εκλογικής βάσης του ΑΚΡ.
Είναι σε αυτό το φόντο που το Center for American Progress της Ουάσιγκτον μελέτησε τις δυναμικές της τουρκικής κοινωνίας οι οποίες θα καθορίσουν την θέση της στον κόσμο το επόμενο διάστημα και δη την σχέση της με το δυτικό πλαίσιο πολιτικών αξιών. Κεντρικό ερώτημα της έρευνας είναι το αν ο τουρκικός εθνικισμός γνωρίζει αναβίωση και σε ποιον βαθμό αυτό σχετίζεται με την πολιτική προσωπικότητα του Erdogan.
Τα αποτελέσματα της έρευνας παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον.
Η τουρκική κοινωνία εμφανίζεται διχασμένη ως προς τις πολιτικές της προτιμήσεις, με βάση διαχωριστικές γραμμές οι οποίες σε μεγάλο βαθμό παρακολουθούν την κατάσταση των ερωτωμένων ως προς την οικονομική κατάσταση.

Το 45% των πολιτών πιστεύει ότι η χώρα βαδίζει προς το χειρότερο (ποσοστό που μεταξύ των ψηφοφόρων του κεμαλιστικού CHP και του φιλοκουρδφικού HDP περιορίζεται στο 6% και 3% αντιστοίχως), ενώ το 34% πιστεύει ότι η χώρα βαδίζει προς το καλύτερο (63% και 18% για τους ψηφοφόρους του ΑΚΡ και του εθνικιστικού ΜΗΡ).
Το 46% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι η προσωπική οικονομική του κατάσταση το παρελθόν έτος χειροτέρεψε και 27% (50% για τους ψηφοφόρους ΑΚΡ) ότι βελτιώθηκε. Το 42% (76% των ψηφοφόρων CHP και 81% των ψηγφοφόρων HDP) εκτιμά ότι σε έναν χρόνο από τώρα η κατάσταση της οικονομίας της χώρας θα έχει χειροτερέψει και το 35% (63% των ψηφοφόρων ΑΚΡ) ότι θα έχει βελτιωθεί.
Ως προς τις επιδόσεις Erdogan, θετικά τις αποτιμά το 48% του συνόλου (91% του ΑΚΡ, 26% του ΜΗΡ, 5% του CHP και 3% του HDP και αρνητικά το 42%. Αν οι εκλογές διεξάγονταν την επόμενη Κυριακή, το 49% των ερωτηθέντων θα προτιμούσε το ΑΚΡ, 24% το CHP και 9% το HDP, ενώ μετά τη διάσπαση του εθνικιστικού χώρου το 9% θα προτιμούσε το MHP και το 7% το νέο κόμμα της Meral Aksener.
Η αντίδραση της κυβέρνησης στο αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 εγκρίνεται από το 49% του συνόλου (80% του ΑΚΡ, 39% του ΜΗΡ, 18% του CHP και 6% του HDP) και απορρίπτεται από το 39% (12% του ΑΚΡ, 51% του ΜΗΡ, 70% του CHP και 81% του HDP). Ειδικότερα για τις εκκαθαρίσεις που ακολούθησαν το αποτυχημένο πραξικόπημα τα ποσοστά όσων τις εγκρίνουν και όσων τις απορρίπτουν ταυτίζονται (44%). Τα ποσοστά αποδοχής φθάνουν βέβαια το 78% μεταξύ των ψηφοφόρων ΑΚΡ, ενώ τα ποσοστά απόριψης φθάνουν το 85% μεταξύ των ψηφοφόρων CHP.
Άλλωστε το 73% των ψηφοφόρων HDP, το 65% των ψηφοφόρων CHP, ακόμη και το 50% των ψηφοφόρων MHP πιστεύει ότι οι εκκαθαρίσεις θέτουν στο στόχαστρο τους επικριτές της κυβέρνησης και όχι μία πραγματική απειλή.
Το συμπέρασμα των ερευνητών του CAP είναι ότι ο Tayyip Erdogan δεν προσωποποιεί πλήρως τον νέο εθνικισμό επί του οποίου, κατά τα λοιπά, εμφανίζονται να συγκλίνουν οι Τούρκοι. Ο ηγέτης και η κυβέρνηση του ΑΚΡ εξακολουθούν να απορρίπτονται από το ήμισυ σχεδόν της χώρας, ωστόσο επωφελούνται της πολυδιάσπασης των αντιπάλων τους και του εκλογικού ορίου κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του 10%. Με αυτή την έννοια ο Erdogan βαδίζει με σαφές πλεονέκτημα στις εκλογές του 2019, εκτός και αν οι αντίπαλοί του βρούν τρόπο να τον αμφισβητήσουν κεντρικά ως εκπρόσωπο των εθνικών συμφερόντων. Μέχρι τότε η τουρκική πολιτική ζωή θα διακρίνεται από εντάσεις, αλλά και η σχέση της Τουρκίας με τον έξω κόσμο επίσης.
Πηγή: capital.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας