Ο «γύψος» ως καλούπι για… μνημόνια

1678
νεοφιλελεύθερος

Ήταν 22 Απριλίου. Το 1970. Δίκην… κεράσματος σε παρατεταμένο εορτασμό για την τρίτη επέτειο του πραξικοπήματος, οι «εθνοσωτήρες» προσέφεραν στην οικονομική ελίτ της χώρας κάτι που διακαώς επιθυμούσε σημαντικό τμήμα της: την κατάργηση του -θεσμοθετημένου διεθνώς- οκτάωρου εργασίας σε σειρά επιχειρήσεων.
Τότε δημοσιεύτηκε σε ΦΕΚ το ΝΔ 515, το οποίο, όχι μόνο επέτρεπε ημερήσια απασχόληση έως 11 ώρες, αλλά θέσπιζε και εξαιρέσεις εξωφρενικές για τα παγκόσμια ήθη της εποχής: εργοδότες, που απλώς θα επικαλούνταν «επείγουσες» ανάγκες, θα απασχολούσαν εφεξής όσες ώρες ήθελαν (!) το προσωπικό τους την πρώτη ημέρα της υπερωριακής εργασίας και έως τέσσερις επιπρόσθετες ώρες επί κάθε μία από τις επόμενες τέσσερις ημέρες…
Περισσότερη υπερ-εργασία, περισσότερες απλήρωτες υπερωρίες: έργο χούντας. Η δε εντατικοποίηση, σε συνάρτηση με την αναθεώρηση προστατευτικών κανονισμών εργασίας (ναι, αναθεώρηση, όχι απλώς «στραβά μάτια»), μετέτρεψε εργοστάσια και γιαπιά σε μικρά… Βιετνάμ. Αψευδής μάρτυρας, τα στοιχεία του ΙΚΑ για τα εργατικά ατυχήματα, στα οποία, μάλιστα, δεν συμπεριλαμβάνονται τα ναυτικά. Τα θανατηφόρα επί χούντας τετραπλασιάστηκαν (208 στην επταετία 1961-1967, 818 στην «εθνοσωτήρια» 1968-1974). Ρυθμός απείρως μεγαλύτερος της αύξησης του προσωπικού.
Επεται όμως κι άλλο… νομοθετικό επετειακό. Στις 10 Μαΐου θα συμπληρωθούν 49 χρόνια από τότε που έχασαν οι «κοινωνικοί εταίροι» το δικαίωμα να καθορίζουν, μέσω διαπραγματεύσεων, κατώτατα ημερομίσθια και βασικό μισθό. Το ΝΔ 186 του 1969 εκχώρησε αυτή την αρμοδιότητα στην κυβέρνηση. Ο εν λόγω νόμος καταργήθηκε τη Μεταπολίτευση, το 1975. Νεκραναστήθηκε για χάρη της «δημοσιονομικής προσαρμογής» το 2013. Οποιος διαβάσει τους δύο νόμους, τον χουντικό 186/1969 και τον μνημονιακό 4172/2013, θα διαπιστώσει ότι σε πολλά σημεία η μοναδική διαφορά έγκειται στον… καθαρευουσιάνικο λόγο του πρώτου.
Δεν σταματούν εδώ οι μεταστάσεις του χουντικού εργασιακού «νομοθετικού έργου» στην εποχή των μνημονίων. Η δικτατορία, π.χ., μείωνε διαρκώς ασφαλιστικές εισφορές βιομηχάνων. «Πεντακόσια εκατομμύρια δραχμές των εργαζομένων δωρίζει το κράτος στους εργοδότες», έγραφε χαρακτηριστικά ο «Οικονομικός Ταχυδρόμος» στις 20/12/1973. Τόσα έχασε το ΙΚΑ το ’73 εξαιτίας της εφαρμογής των ΝΔ 1312 και 1313 του 1972. Ακολούθησε νέα μείωση εργοδοτικών εισφορών (ΝΔ 1377/73).
Τότε κάτι τέτοια δεν μπορούσαν να αιτιολογηθούν, φυσικά, στο όνομα της ανάγκης να αντέξουν οι επιχειρήσεις τα χτυπήματα μιας άγριας κρίσης. Ποια κρίση; Με 311% «έτρεξε» η επιχειρηματική κερδοφορία την πενταετία 1968-1972, σύμφωνα με τον ΣΕΒ. Η αιτιολόγηση παρέπεμπε σε «ενίσχυσιν της περιφερειακής αναπτύξεως». Είχε παρέλθει μια εξαετία γεμάτη κίνητρα, αλλά η χούντα έδινε κι άλλα. Γιατί το έκανε, εάν η επενδυτική πολιτική της ήταν τόσο επιτυχημένη από το 1967 όσο η ίδια (ψευδώς) ισχυριζόταν;
Κάπως έτσι κατάφεραν να «γεφυρώσουν» τόσο διαφορετικές μεταξύ τους εποχές οι Απριλιανοί «πρωτονεοφιλελεύθεροι», κατά τον εύστοχο χαρακτηρισμό του καθηγητή Ηλία Νικολόπουλου. Αλλά την πλέον εύγλωττη «ταξική σφραγίδα» της πολιτικής τους τη φέρει μάλλον κάτι που… δεν πρόλαβαν να κάνουν. Κάτι που υποσχέθηκε στην οικονομική ελίτ ο Ν. Μακαρέζος, αλλά «μακροχρονίως» (της ζήτησε, δηλαδή, υπομονή), τον Δεκέμβριο του 1967, όταν συνέταξε το Πενταετές Σχέδιο 1968-1972. Μέρος Α΄, Κεφάλαιο 5, μέγα… όραμα: «Απαλλαγή των επιχειρήσεων εις σημαντικόν βαθμόν εκ των ισχυόντων περιορισμών απολύσεως πλεονάζοντος προσωπικού και μείωσις των καταβαλλομένων αποζημιώσεων…».
Από το 1961 μέχρι και το τέλος του 1967 το εργατικό δυναμικό είχε μειωθεί -λόγω μετανάστευσης κυρίως- κατά 271.000 άτομα. Οι εργοδότες είχαν ήδη αρχίσει να παραπονούνται για «στενότητα στην αγορά εργασίας». Θα είχαν όμως τη δυνατότητα να απολύουν ευκολότερα και να πληρώνουν χαμηλότερες αποζημιώσεις, με απλή δήλωση για «πλεονάζον προσωπικό».
Μολονότι ο ΣΕΒ «έπινε νερό» στο όνομα της «εθνοσωτηρίου», μια άκρως ενδιαφέρουσα μελέτη του («Αγορά εργασίας και διάρθρωσις αμοιβών εις την ελληνικήν βιομηχανίαν», δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του ’74) πιστοποίησε το εξής: η μεγάλη επιβράδυνση στην αύξηση των κατώτατων μισθών ήταν ο καταλυτικός παράγοντας που επέφερε δεύτερο κύμα μαζικής εξωτερικής μετανάστευσης (το πρώτο ήταν το 1963- 65) επί χούντας, στα έτη 1968-1970. Τότε, μάλιστα, καταγράφηκαν οι μεγαλύτεροι δείκτες καθαρής μετανάστευσης (διαφορά αναχωρήσεων – αφίξεων) στη μεταπολεμική Ελλάδα. Καμία άλλη χώρα του ευρωπαϊκού Νότου δεν βίωσε κάτι ανάλογο. Μόνο η «Ελλάς – Ελλήνων – Χριστιανών» αποτέλεσε εξαίρεση στον κανόνα, που ήθελε τα εμβάσματα των μεταναστών να αποτρέπουν νέες μεταναστεύσεις τόσο μαζικές.
Ε, αφού ερήμωνε -και εξ αυτού του λόγου- η επαρχία, αποφάσισε η «ορθολογική» χούντα να σβήσει από τον εκπαιδευτικό χάρτη 2.489 σχολεία τον Σεπτέμβριο του 1970. Ακολούθησε (Φεβρουάριος 1971) το κλείσιμο πέντε παιδαγωγικών ακαδημιών. Εχουν, λοιπόν, χακί «πρόγονο» και τα μνημονιακά λουκέτα σε εκπαιδευτικές μονάδες…
* Διονύσης Ελευθεράτος Δημοσιογράφος – συγγραφέας
Πηγή: Νέα Σελίδα

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας