Το Μουντιάλ, από άποψη επικοινωνίας, είναι το μεγαλύτερο γεγονός της χρονιάς. Την περίοδο των αγώνων, ό,τι και να συμβεί, πόλεμοι, εθνοκαθάρσεις, λιμοκτονίες ή οποιαδήποτε άλλη συμφορά, μοιάζει ασήμαντο μπροστά σε ένα γκολ κάποιου αστέρα.
Στο Μουντιάλ του 1994, δύο δισ. άνθρωποι καρφώθηκαν μπροστά στις οθόνες τους και παρήγαγαν, τουλάχιστον οι πιο φανατικοί, τεστοστερόνη στο ίδιο επίπεδο με τους αθλητές του γηπέδου, χωρίς να κουνηθούν από τον καναπέ τους. Έτσι, η πλήρης αδράνεια βιώνεται σαν πρωταθλητισμός. Αλλά υπάρχουν και θεατές που είναι πιο ενεργητικοί.
Είναι αυτοί που καθοδηγούν τον τηλεοπτικό αγώνα, συμβουλεύοντας τους παίκτες πού να δώσουν την μπάλα, ποιον αντίπαλο πρέπει να αποφύγουν και ανάλογα επαινούν ή βρίζουν. Αλλά η αίσθηση της συμμετοχής είναι δεδομένη. Και εδώ ας βάλουμε ένα ερώτημα: Οι τηλεθεατές συμμετέχουν σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα ή βλέπουν απλώς ένα τηλεοπτικό παιχνίδι;
Και εδώ ας επαναλάβουμε μια κοινώς αποδεκτή διαπίστωση. Το ποδόσφαιρο δεν είναι το ίδιο πριν και μετά την τηλεόραση. Πριν ήταν γήπεδο και θεατές. Και αυτό ίσχυε τόσο σε επίπεδο γειτονιάς, αν είχε μια τοπική ομάδα, ή στο κέντρο, αν έπαιζε μια μεγάλη επώνυμη ομάδα.
Ηταν ένα ζωντανό θέαμα με πιστούς οπαδούς, που ήταν στοιχείο της κουλτούρας τους. Ακόμα και αυτοί που άκουγαν μπάλα από το ραδιόφωνο, ήταν γιατί δεν μπόρεσαν να πάνε στο γήπεδο την Κυριακή. Κατά κανόνα το κοινό ήταν λαϊκό και πλήρωνε το εισιτήριο από το υστέρημά του. Για την υπόλοιπη κοινωνία ποδόσφαιρο δεν υπήρχε. Υπήρχε η ίδια αντιστοιχία με τον πιστό και την εκκλησία του. Οι ανήκοντες σε διάφορα θρησκευτικά δόγματα, αν δουν τη θεία λειτουργία στην τηλεόραση δεν νομίζουν πως εκκλησιάστηκαν.
Ο ποδοσφαιρόφιλος που θα δει τον αγώνα στην τηλεόραση, έχει την εντύπωση πως είδε ματς. Σήμερα, η σχέση γηπέδου – θεατή είναι για μια μειονότητα φιλάθλων, έστω και αν το γήπεδο χωράει δεκάδες χιλιάδες. Οι δε θεατές των διεθνών αγώνων ανήκουν στην κατηγορία των προνομιούχων. Με άλλα λόγια, κάποιος που θέλει να παρακολουθήσει ζωντανά έναν αγώνα του Μουντιάλ, πρέπει να είναι πλούσιος. Οι φτωχοί αποκλείονται βέβαια «δικαιωματικά», έστω και αν έχουν την ομάδα τους σαν θεό. Ο Γκαλεάνο υποστηρίζει πως το ποδόσφαιρο είναι η μόνη θρησκεία που δεν έχει άθεους. Και αν μετρήσουμε οπαδούς και πιστούς, τότε η μπάλα είναι μεγαλύτερη θρησκεία και από τον χριστιανισμό και από τον μωαμεθανισμό.
Απόλυτος δικτάτορας της μπάλας σε παγκόσμιο επίπεδο είναι η FIFA. Μια ιδιωτική εταιρεία που έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας μαφίας, που θεωρεί το ποδόσφαιρο εμπόριο και όχι αθλητισμό. Ολα υποτάσσονται στον νόμο του κέρδους, έξω από κάθε έλεγχο ή νομοθεσία εθνική ή διεθνή. Η τηλεόραση δημιούργησε μια τεράστια αγορά – περίπου το ένα τρίτο της ανθρωπότητας, που είναι κολλημένο στην μπάλα και βλέπει υποχρεωτικά διαφημίσεις, όπως βλέπει και τα γκολ.
Ομως το ποδόσφαιρο έχει συνεχή ροή, δεν είναι όπως τα φιλμ στην ΤV που μπορούν να κόψουν αριστουργηματικά έργα σαν σαλάμι, για να προβάλουν διαφημίσεις (εγκληματική ενέργεια· θα επανέλθουμε σε αυτό). Και αυτό για τους γκάνγκστερ της FIFA, η έλλειψη διαφημιστικού χρόνου, ήταν ένα πρόβλημα προς επίλυση. Και σκέφθηκαν τέσσερα ημίχρονα. Περίπου ίσος χρόνος μπάλας, ίσος χρόνος διαφημίσεις. Αλλά δεν πέρασε, γιατί φοβήθηκαν την αντίδραση της κερκίδας.
Για όσους πιστεύουν στα ιδανικά του αθλητισμού της FIFA, τους παρακαλώ να μελετήσουν κάποια στοιχεία που παραθέτω ενδεικτικά, και ας βγάλουν τα συμπεράσματά τους. Το ποδόσφαιρο σε παγκόσμια κλίμακα αποφέρει ετησίως 225 δισ. δολάρια. Παραπάνω δηλαδή και από την General Motors, που είναι η μεγαλύτερη πολυεθνική στον κόσμο.
Στην Ιταλία η βιομηχανία ποδοσφαίρου είναι ανάμεσα στις δέκα μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Η Αγγλία, που διαθέτει τη μεγαλύτερη επιχείρηση ποδοσφαίρου στον κόσμο, έχει τοποθετήσει 7 δισ. λίρες σε φορολογικούς παραδείσους παρέα με τα 32 δισ. δολάρια του υπόλοιπου παγκόσμιου κλάδου.
Και τα χρήματα αυτά επενδύονται στο ευγενές άθλημα της διαφθοράς, με σικέ αγώνες και εξαγορές. Η λίστα των σκανδάλων είναι ατελείωτη. Ετσι όπως έχει διαμορφωθεί το ποδόσφαιρο, είναι μια μηχανή που παράγει γκολ, χωρίς χαρά, φαντασία και θέαμα. Μοιάζει ρομποτοποιημένο, και όταν βλέπεις γενικά πλάνα στην τηλεόραση, οι παίχτες έχουν μέγεθος κατσαρίδας. Μόνο σε κοντινά πλάνα βλέπεις ανθρώπους.
Κατά κανόνα ο οπαδός μιας ομάδας είναι πιστός και δεν υπάρχει περίπτωση να την αλλάξει. Κόμμα αλλάζει, ομάδα όμως όχι, έστω και αν έχει αγοράσει την αγαπημένη του ομάδα ένας γκάνγκστερ. Σήμερα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλο τον κόσμο, το ποδόσφαιρο είναι ιδιοκτησία των καπιταλιστών και μαζί με την ομάδα, είναι και οι οπαδοί. Ενα άτυπο μαζικό κόμμα, που μπορεί να παρέμβει ευθέως στην πολιτική. Παράλληλα με την επένδυση στο ποδόσφαιρο γίνεται και η επένδυση στα ΜΜΕ.
Και έτσι διαμορφώνεται ένα ισχυρό πλέγμα εξουσίας, που ασκεί πολιτική, έμμεσα ή άμεσα χρηματοδοτώντας ένα κόμμα. Για την άλλη πλευρά του ποδοσφαίρου θα μιλήσω μια άλλη φορά. Και ύστερα από όλα αυτά τα ωραία που είπαμε για την μπάλα, ούτε εγώ πείστηκα για να μην δω τον αποψινό αγώνα των σκλάβων-εκατομμυριούχων παικτών.
Πηγή: efsyn.gr