«Μέρες δίχως τέλος» του Σεμπάστιαν Μπάρυ

1931
Μπάρυ

Το νέο βιβλίο του Σεμπάστιαν Μπάρυ “Μέρες Δίχως τέλος” είναι μία καταγγελία των πολέμων.

 

Τον σπουδαίο Ιρλανδό συγγραφέα Σεμπάστιαν Μπάρυ τον γνωρίσαμε κυρίως από την “Μυστική γραφή” που αναφερόταν στην Ιστορία της πολύπαθης χώρας του, βιβλίο που γυρίστηκε, σχετικά προσφάτως και σε συγκινητική ταινία. Το τελευταίο του μυθιστόρημα είναι οι “Μέρες δίχως τέλος” από τις εκδόσεις “ϊκαρος” σε πολύ καλή μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου.

Το βιβλίο αναφέρεται στα δεινά του πολέμου που οι συνέπειές του είναι πάντα οι ίδιες για τους λαϊκούς ανθρώπους, βία, θάνατοι, ακρωτηριασμοί, κακουχίες, πείνα. Στο συγκεκριμένο έργο ακολουθεί δύο νεαρά παιδιά τον Ιρλανδό Τόμας Μακ Νάιλτυ, τον αφηγητή της ιστορίας, και τον λίγο μεγαλύτερό του Τζων Κόουλ, που καταρχήν προσπαθούν να ξεπεράσουν την άθλια φτώχεια τους παίζοντας σκετσάκια σε ένα από τα νεοσύστατα μιούζικ χολ παριστάνοντας τα κορίτσια. Η ανάπτυξή τους όμως τους αναγκάζει να απαρνηθούν τους γυναικείους ρόλους, αν και για τον Τομ έγινε ευχάριστη συνήθεια, και να καταταγούν στον αμερικάνικο στρατό, με στόχο καταρχήν την εξόντωση των Ινδιάνων των Δυτικών περιοχών και μετά την ήττα των Νοτίων, όταν αρχίζει ο αιματηρός Εμφύλιος Πόλεμος.

Οι τρομερές κακουχίες που βιώνουν, οι αγριότητες που βλέπουν, διανθίζονται και από τρυφερές στιγμές κυρίως λόγω της τρυφερότητας που νιώθουν για την οκτάχρονη Ινδιανούλα που μεγάλωνε με άλλα παιδιά στο στρατόπεδό τους και την υιοθετούν, όταν φεύγουν, της φιλίας που αναπτύσσεται με κάποιους συντρόφους τους στον στρατό και κυρίως της ακλόνητης αγάπης των δύο ηρώων.

Το έργο θίγει πολλά ζητήματα, όπως την ανυπέρβλητη ανθρώπινη θέληση, την αξιοπρέπεια που ενυπάρχει η ίδια και στους αντιπάλους, την ανθρώπινη αλληλεγγύη, που ξεπερνά τα εχθρικά στρατόπεδα, τις κακουχίες που είναι ταυτόσημες για τους αντιμαχόμενους, είτε Ινδιάνοι είναι αυτοί είτε Νότιοι. Παράλληλα παρουσιάζεται ο ρατσισμός απέναντι στους φιλήσυχους Ινδιάνους, που τους απαγορεύεται η συγκατοίκηση σε μεταφορικά μέσα με τους λευκούς, όπως και η παρακολούθηση σχολικών προγραμμάτων, εκτός των άλλων ανισοτήτων, η αιμοχαρής απληστία των χρυσοθήρων και των αποίκων, όπως και η σκληρή και απάνθρωπη στάση των Νοτίων απέναντι στους μαύρους, ακόμη και μετά τον αμερικανικό Εμφύλιο.

Ο Μπάρυ κάνει ιδαίτερα ελκυστικό το σκληρού περιεχομένου μυθιστόρημά του με τις ζωντανές, εντυπωσιακές περιγραφές του, όπως το κυνήγι άγριων βουβάλων στην αρχή, τον φοβερό κατακλυσμό που παρασέρνει το προχειροφτιαγμένο στρατιωτικό οχυρό, τις αιματητηρές σκηνές μάχης στον Εμφύλιο, την αναίτια επίθεση στο χωριό των Σιου, την περήφανη είσοδο του Ινδιάνου αρχηγού στο αμερικανικό στρατόπεδο. Η αφήγησή του είναι ρέουσα, η ατμόσφαιρα πειστική, η γραφή του περίτεχνη και η συχνή διακοπή του προσεγμένου λόγου από χιουμοριστικές πινελιές ελαφρύνει την ζοφερή ατμόσφαιρα του αλληλοσπαραγμού.

Είναι αλήθεια ότι στην αρχή μας ξενίζει το ότι ο βραβευμένος Ιρλανδός συγγραφέας επιλέγει ένα γεγονός του παρελθόντος και μάλιστα του αμερικάνικου, παρόλο που ο αφηγητής του είναι Ιρλανδός και τονίζεται ότι πολλοί από τους αποίκους που στρατεύτηκαν ήταν από την ιδιαίτερη πατρίδα του. Αλλά η αλληλοσφαγή που περιγράφεται, η στάση απέναντι στους ντόπιους Ινδιάνους ή τους μαύρους, οι καταστροφικές συμφορές και συνέπειες του πολέμου, η βία που γεννά νέα βία και η αλλαγή του χαρακτήρα του ανθρώπου μέσα στην δίνη των εχθροπραξιών είναι φαινόμενα που παρουσιάζονται δυστυχώς μέχρι σήμερα με τις ίδιες αναλογίες, για αυτό πρέπει με την ανάδειξή τους και μέσω της Τέχνης να εξαλειφθούν.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας