Κόντρα κυβέρνησης – Στουρνάρα για προληπτική πιστωτική γραμμή στήριξης. Σφίγγα ο Draghi για νέο μνημόνιο

1839
κυβέρνησης

Συνεχίζεται αμείωτη η διαμάχη κυβέρνησης – Στουρνάρα για την ύπαρξη ή όχι «προληπτικής πιστωτικής γραμμής στήριξης», μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονιακού προγράμματος, πιθανότατα τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους.
Η κυβέρνηση δείχνει έντονα εκνευρισμένη, όταν ο Γ. Στουρνάρας επανέρχεται στην εξέταση του ενδεχομένου πιστοληπτικής γραμμής, όπως έκανε χτες στην Γενική Συνέλευση των μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδας και για τούτο έσπευσε να του απαντήσει δια του ΓΓ Δημοσιονομικής Πολιτικής Φραγκίσκου Κουτεντάκη.
Η διαφορά των δύο πλευρών δεν είναι καθόλου επουσιώδης, διότι αν υπερισχύσει η άποψη περί προληπτικής του Γ. Στουρνάρα, τότε θα συνοδευτεί με τέταρτο μνημόνιο.
Η κυβέρνηση επιλέγει να υπάρχει όχι τυπικό, αλλά άτυπο μνημόνιο και η χώρα να ληστεύεται ιδιαίτερα έντονα από ιδιαίτερα υψηλά επιτόκια.
Είναι χαρακτηριστικό, πάντως, ότι ο Draghi σε ερώτηση για το αν θα υπάρξει τέταρτο μνημόνιο ή όχι, προτίμησε να κάνει την σφίγγα, παρά να αρνηθεί το ενδεχόμενο τέταρτου μνημονίου, ενώ τάχθηκε πιεστικά υπέρ της έντασης των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.
Το δίλημμα πάντως για την χώρα δεν είναι τέταρτο μνημόνιο ή δυσθεώρητα επιτόκια δανεισμού, αλλά η απεμπλοκή από την ευρωζώνη για ένα πρόγραμμα διεξόδου, ανασυγκρότησης και κοινωνικού μετασχηματισμού.

Γ. Στουρνάρας: «Αναγκαίο το δίχτυ ασφαλείας μετά το πρόγραμμα»

Επιμένει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, στην ανάγκη να υπάρξει ένα «δίχτυ ασφαλείας» μετά την έξοδο της χώρας από το μνημόνιο και καλεί την κυβέρνηση να εξετάσει την προληπτική γραμμή στήριξης, την ώρα που το υπουργείο Οικονομικών επισημαίνει σε κάθε τόνο ότι επιθυμία του είναι η «καθαρή έξοδος».
Στην ομιλία του στην 85η Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση των Μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος ο κ. Στουρνάρας ανέφερε ότι «δεν θα πρέπει να δραματοποιείται το μέτρο της προληπτικής στήριξης», αν και εμφανίστηκε ταυτόχρονα θετικός και στο λεγόμενο αποθεματικό ασφαλείας (cash buffer). Η προληπτική γραμμή στήριξης, όπως εξήγησε, θα μείωνε το κόστος δανεισμού της χώρας, καθώς θα διατηρήσει το waiver για τα ελληνικά ομόλογα ενώ θα αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο να συμμετέχουν και τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα επαναγοράς της ΕΚΤ.
Ο κεντρικός τραπεζίτης ζήτησε να επιταχυνθούν οι ιδιωτικοποιήσεις και η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και να απλοποιηθεί το φορολογικό πλαίσιο με μείωση των συντελεστών για νοικοκυριά και επιχειρήσεις και διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Διατήρησε δε αμετάβλητες τις προβλέψεις για την ανάπτυξη φέτος και το 2019 στο 2,4% και στο 2,5% αντίστοιχα.
Ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε ότι η επιτυχής ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος τον Αύγουστο του 2018 θα σηματοδοτήσει το τέλος μιας μακράς περιόδου οικονομικής προσαρμογής και θα επιτρέψει την επάνοδο στην κανονικότητα, εφόσον ωστόσο υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες. «Υπό προϋποθέσεις μπορεί να αποδειχθεί αφετηρία ταχείας και διατηρήσιμης ανάπτυξης» ανέφερε και εξήγησε πως τέσσερα είναι τα κρίσιμα ζητήματα, που θα επιδράσουν καθοριστικά στην πορεία της οικονομίας στο εξής:
(α) Η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους
Το μεγάλο ύψος του δημόσιου χρέους τροφοδοτεί την αβεβαιότητα, υποσκάπτει την εμπιστοσύνη στις προοπτικές της οικονομίας, επηρεάζει δυσμενώς την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας και δυσχεραίνει την ομαλή έξοδο από το πρόγραμμα, ανέφερε.
Στο πλαίσιο αυτό, η έκθεση βιωσιμότητας του χρέους από τους θεσμούς και η λήψη των μεσοπρόθεσμων μέτρων αναδιάρθρωσής του από το Eurogroup πρέπει να γίνουν όσο το δυνατόν συντομότερα και με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια, ώστε να ενισχυθεί περαιτέρω η εμπιστοσύνη των χρηματοπιστωτικών αγορών και να δρομολογηθεί η ομαλή έξοδος από το πρόγραμμα.
(β) Η εμπέδωση της εμπιστοσύνης
Για να επιτύχει η Ελλάδα την έξοδο στις αγορές με ευνοϊκούς όρους, πρέπει να εμπεδώσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών για τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και να διαβεβαιώσει ότι η δημοσιονομική πολιτική δεν θα διολισθήσει εκ νέου σε λάθος κατεύθυνση. Οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί πρέπει να τηρηθούν και να γίνουν αποφασιστικά βήματα για τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και των αποκρατικοποιήσεων, τόνισε ο κ. Στουρνάρας, προσθέτοντας ότι στον τομέα αυτό σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η νομοθεσία για τις χρήσεις γης.
«Η διαμόρφωση μιας εθνικής στρατηγικής, στην οποία θα εντάσσονται οι στόχοι, δημοσιονομικοί και διαρθρωτικοί, που έχουν ήδη αποφασιστεί για την περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος, θα δώσει ισχυρή ώθηση στην εμπιστοσύνη. Επιπλέον, θα διευκολύνει την επιστροφή καταθέσεων στις τράπεζες και θα ενδυναμώσει την πιστοδοτική τους ικανότητα» εξήγησε.
(γ) Ομαλή έξοδος στις αγορές
Μετά τη λήξη του προγράμματος, η Ελλάδα θα πρέπει να εξασφαλίσει τα απαιτούμενα κεφάλαια για την κάλυψη των χρηματοδοτικών της αναγκών προσφεύγοντας στις διεθνείς χρηματαγορές με διατηρήσιμους όρους. «Θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα χρηματοδοτικό δίχτυ ασφαλείας που θα πείθει ότι η χώρα μπορεί να αντιμετωπίσει ενδεχόμενες συγκυριακές αντιξοότητες που καθιστούν το κόστος χρηματοδότησης μη ανεκτό» υπογράμμισε ο κεντρικός τραπεζίτης.
Μία τέτοια δικλίδα ασφαλείας είναι το προβλεπόμενο “απόθεμα ρευστότητας”, που δίνει τη δυνατότητα να αποφεύγεται η προσφυγή στις αγορές σε περιόδους αστάθειας και αυξημένου κόστους αναχρηματοδότησης. Το απόθεμα ρευστότητας δημιουργείται με τις δοκιμαστικές εκδόσεις ομολόγων πριν από τη λήξη του προγράμματος και με τη συμβολή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM).
Ωστόσο, επεσήμανε ο κ. Στουρνάρας, η διεθνής εμπειρία έχει δείξει ότι «συμπληρωματικά θα πρέπει να εξεταστεί και το ενδεχόμενο ενός προληπτικού προγράμματος στήριξης».
Η ύπαρξη ενός τέτοιου προληπτικού πλαισίου στήριξης εκτιμάται ότι μπορεί να δράσει υποστηρικτικά για την ελληνική οικονομία, μειώνοντας το κόστος δανεισμού, καθώς θα παρέχει ασφάλεια σχετικά με την πρόσβαση του Ελληνικού Δημοσίου και των τραπεζών σε χρηματοδότηση μετά τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018.
Επιπλέον, αυτό το πλαίσιο προληπτικής στήριξης εξασφαλίζει τη διατήρηση της “παρέκκλισης” (waiver) για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα προκειμένου αυτά να χρησιμοποιούνται ως εξασφαλίσεις στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος μέχρις ότου η Ελλάδα αποκτήσει επενδυτική πιστοληπτική διαβάθμιση.
Αντίθετα, η συσσώρευση ταμειακών διαθεσίμων, υποστήριξε, συνεπάγεται άμεσα πρόσθετο δανεισμό, ο οποίος επιβαρύνει το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
(δ) Το πλαίσιο εποπτείας μετά το πρόγραμμα
Σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πλαίσιο, είπε ο κ. Στουρνάρας, η λήξη του ελληνικού προγράμματος τον Αύγουστο του 2018 δεν συνεπάγεται αποδέσμευση της χώρας από υποχρεώσεις έναντι των δανειστών της. Αυτό που αλλάζει είναι η μορφή του πλαισίου εποπτείας.
Όπως εξήγησε, ο Κανονισμός 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, προβλέπει αυτόματη άσκηση εποπτείας μετά το πρόγραμμα μέχρις ότου η χώρα αποπληρώσει το 75% των δανείων που έχει λάβει από άλλα κράτη-μέλη της ζώνης του ευρώ, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατηρεί το δικαίωμα να ασκήσει ενισχυμένη εποπτεία, αν κρίνει ότι συντρέχουν οι συνθήκες.
Πέραν των διατάξεων που είναι ήδη σε ισχύ, έχουν προταθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλαγές στην οικονομική διακυβέρνηση της ζώνης του ευρώ, οι οποίες αφορούν ζητήματα που μπορούν να επηρεάσουν τη φύση της εποπτείας της ελληνικής οικονομίας μετά το πρόγραμμα και θα συζητηθούν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το πρώτο εξάμηνο του 2018. Τα ζητήματα αυτά αφορούν τον αυξημένο ρόλο του ESM και τη δυνατότητα χρηματοδότησης για την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Draghi: Δεν είμαι απαισιόδοξος για την Ελλάδα – Αναμένουμε τα στοιχεία για τους e-πλειστηριασμούς
«Δεν είχα καμία αντιπαράθεση με τον Ευκ. Τσακαλώτο», υποστήριξε ο Draghi.

Αποστάσεις από δημοσιεύματα τα οποία τον θέλουν να έχει έρθει σε ισχυρή κόντρα με τον Έλληνα υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, έλαβε ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Mario Draghi, μιλώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Ο κ. Draghi υποστήριξε ότι κατά τη διάρκεια του Eurogroup της 19ης Φεβρουαρίου υπήρξε συζήτηση για την ελληνική οικονομία και στην ανάγκη να μειωθούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

Τόνισε ακόμη ότι αυτό μπορεί να γίνει μέσω και των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και προσέθεσε ότι «δεν υπήρξε κάποια σύγκρουση» με τον Έλληνα υπουργό Οικονομία.

Απαντώντας σε ερώτηση του Ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Δ. Παπαδημούλη, τόνισε ότι δεν είναι καθόλου απαισιόδοξος για την ελληνική οικονομία, καθώς τα δύο προαπαιτούμενα που έχουν απομείνει έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί.

Δεν θέλησε, πάντως, να απαντήσει για το ποια είναι η θέση της ΕΚΤ αναφορικά με το εάν η Ελλάδα θα μπορέσει να έχει μία «καθαρή έξοδο» από το Μνημόνιο ή εάν θα χρειαστεί και τέταρτο πρόγραμμα.

«Δεν είναι δουλειά της ΕΚΤ να αποφασίσει εάν η Ελλάδα χρειάζεται ένα ακόμη πρόγραμμα.
Αυτό είναι έργο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης (ESM)», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Ισχυρή ανάκαμψη στην Ευρωζώνη
Στην εισηγητική του ομιλία κ. Draghi επανέλαβε την εκτίμησή του ότι η ανάκαμψη της Ευρωζώνης είναι εύρωστη και έχει ξεπεράσει τις αρχικές εκτιμήσεις, προσθέτοντας ότι ιδιαίτερα θετική συμβολή σε αυτήν την πορεία είχε και η νομισματική πολιτική που άσκησε η ΕΚΤ.

Επανέλαβε ότι ο πληθωρισμός παραμένει «τιθασευμένος» και σε χαμηλότερα επίπεδα από τον στόχο που έχει θέσει η ΕΚΤ, με δεδομένο ότι κατά τη διάρκεια του α’ εξαμήνου του 2017 κυμάνθηκε μεταξύ 1,3% και 1,5%, ενώ τον Ιανουάριο του 2018 διαμορφώθηκε στο 1,3%.

«Οι όποιες αλλαγές στην πορεία του πληθωρισμού θα πρέπει να αποδοθούν κατά κύριο λόγο στην αντίστοιχη εικόνα των τιμών πετρελαίου και σε μικρότερο βαθμό στις αυξομειώσεις των τιμών των τροφίμων.

Αναμένουμε ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε ήπια επίπεδα σε μακροχρόνιο ορίζοντα», υπογράμμισε ο πρόεδρος της ΕΚΤ.

Υπογράμμισε ακόμη ότι «τα μέτρα που έχουμε λάβει είχαν απτά οφέλη για την οικονομία της ζώνης του ευρώ. Ωστόσο, απαιτούνται περαιτέρω πολιτικές πρωτοβουλίες για τη μείωση των τρωτών σημείων, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας σε καταστάσεις κρίσης και την αύξηση του αναπτυξιακού δυναμικού.

Μόνο φιλόδοξες πολιτικές θα αποφέρουν συγκεκριμένα οφέλη για τους πολίτες της Ευρώπης.

Αυτό είναι και αυτό που μας λέει η κοινή ιστορία μας.

Αυτό το έτος σηματοδοτεί την 25η επέτειο της ενιαίας αγοράς και την έναρξη ισχύος της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Αυτές ήταν τολμηρές αποφάσεις και συνεχίζουμε να επωφελούμαστε εξ αυτών: τα αγαθά, οι άνθρωποι, οι υπηρεσίες και τα κεφάλαια μπορούν να κινούνται ελεύθερα και η νομοθεσία της ΕΕ διασφαλίζει ότι ισχύουν ανάλογα δικαιώματα και υποχρεώσεις σε ολόκληρη την Ένωση.

Με τη δημιουργία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) προχωρήσαμε περαιτέρω υιοθετώντας το ενιαίο νόμισμα.

Με αυτό το πνεύμα προσβλέπω στους επόμενους μήνες και στις κεντρικές συζητήσεις που θα έχουμε για τη μεταρρύθμιση της διακυβέρνησης της ΟΝΕ».

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας