Κριτική Θεάτρου – Ιώ Βουλγαράκη και ομάδα ΠΥΡ στο Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου: Άφιξις

2495
θεσμοφοριάζουσες

Η σκηνοθέτις Ιώ Βουλγαράκη και η θεατρική ομάδα ΠΥΡ επιχείρησαν να δραματοποιήσουν το θέμα της μνηστηροφονίας από την Οδύσσεια του Ομήρου. Τα τελευταία χρόνια όλο και πιο συχνά ανεβαίνουν στη θεατρική σκηνή δραματοποιημένα τα ομηρικά έπη. Άλλοτε μια ολόκληρη ραψωδία, άλλοτε ολόκληρο το έργο σε πολύωρες παραστάσεις ή σε συνέχειες ή περιληπτικά, κι άλλοτε, όπως συνέβη το προηγούμενο Σαββατοκύριακο στο μικρό θέατρο της αρχαίας Επιδαύρου, ένα θέμα του, όπου επιλέγονται σχετικά αποσπάσματα από διάφορα σημεία του έπους. Με κύριο μέσο τον ρυθμικά εκφερόμενο ποιητικό λόγο ή τη μουσικότητά του ή τη σωματική κίνηση, ηθοποιοί, μουσικοί, χορευτές, περφόρμερς όλων των ειδών δραματοποιούν τα έργα και τις ημέρες προσφιλών ηρώων της ελληνικής μυθολογίας: των Αχαιών στην Τροία στα χρόνια της δεκαετούς πολιορκίας της πόλης με άξονα τη μήνη του Αχιλλέα (Ιλιάδα)· και του Οδυσσέα και των συντρόφων του που προσπαθούν επί δέκα χρόνια να επιστρέψουν στην πατρίδα τους την Ιθάκη μετά τη λήξη του Τρωικού πολέμου (Οδύσσεια).

βουλγαράκη

Η ομάδα ΠΥΡ, που δημιουργήθηκε το 2012 από την Ιώ Βουλγαράκη, τον ηθοποιό και σκηνοθέτη Αργύρη Ξάφη και την ηθοποιό Δέσποινα Κούρτη, αν και έχει λίγες θεατρικές παραγωγές στο ενεργητικό της, φέρει το βάρος της μεγαλύτερης ή μικρότερης προσωπικής πορείας του κάθε μέλους της στο θέατρο. Στην αρένα της μικρής Επιδαύρου κατέβηκε πολύ ενισχυμένη με συνεργάτες ποικίλων ειδικοτήτων του θεατρικού χώρου, για να καταθέσει την τρίτη της θεατρική παραγωγή υπό τον τίτλο Άφιξις, που έχει ως «αφετηρία τη μνηστηροφονία από την ομηρική Οδύσσεια». Η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος συνδέεται, όπως αναφέρεται στο πρόγραμμα, με την ανάγκη της ομάδας να προβληματιστεί και να μοιραστεί σκέψεις με το κοινό της πάνω στο «ανέφικτο της [κάθε] επιστροφής», αφού «ο χρόνος κινείται αμείλικτα προς τα μπρος». Η ιδέα εξαίρετη αλλά υπηρετήθηκε από τη δραματουργία;

Η Άφιξις κινήθηκε ανάμεσα στο θέατρο λόγου και το σωματικό θέατρο με χρήση τεχνικών του μεταμοντέρνου θεάτρου. Οι ηθοποιοί της παράστασης Αργύρης Ξάφης (Οδυσσέας), Δέσποινα Κούρτη (Πηνελόπη), Μαίρη Μηνά (Αθηνά), Γιώργος Μπινιάρης (Εύμαιος), Γιώργος Δικαίος (Τηλέμαχος) και Γιώργος Παπαεωργίου και Αλέξανδρος Λογοθέτης (οι δεκάδες μνηστήρες) έδειξαν πως έχουν την τεχνική κατάρτιση να φέρουν σε πέρας υποκριτικά ό,τι τους ζητείται από τον σκηνοθέτη κι όσο απαιτητικό κι αν είναι. Η πολυτάλαντη Σοφία Πάσχου (ψυχή της ομάδας σωματικού θεάτρου Patari Project) που δούλεψε χορογραφικά τις κινήσεις των ηθοποιών, εντυπωσίασε ιδιαιτέρως στις σκηνές της μνηστηροφονίας με τη χρήση ενός και μόνο καλαμιού, το οποίο διαρκώς κινούμενο παράσταινε τα πολλά και διαφορετικά όπλα (δόρυ, βέλος, ξίφος) με τα οποία φονεύονταν ένας ένας οι μνηστήρες της Πηνελόπης. Εύρημα, ωστόσο, που επαναλήφθηκε πολλές φορές και για αυτό στο τέλος κούρασε. Η Σαββίνα Γιαννάτου συνέθεσε τη μουσική της παράστασης στην οποία επικρατούσαν οι λαρυγγισμοί, γνώριμο χαρακτηριστικό της δουλειάς της, ενώ στο υπερυψωμένο βάθος της σκηνής βρισκόταν ο μουσικός Γιάννης Δεσποτάκης επιφορτισμένος να επιχειρεί μουσικούς αυτοσχεδιασμούς με τα κρουστά του, συνοδεύοντας ταυτόχρονα πολλή από τη δράση των ηθοποιών. Το σκηνικό της Άννας Φιοντόροβα αρκετά «πολυφορεμένο» με τη χρήση λαμπτήρων νέον, σχεδίαζε μαζί τους, με κάπως αφηρημένο γεωμετρικό τρόπο, το περίγραμμα αρχιτεκτονικών στοιχείων και άλλων αντικειμένων του παλατιού (παράθυρο, πόρτα, τραπέζι…). Αντίθετα, μερικά από τα κοστούμια της ενδυματολόγου Μαγδαληνής Αυγερινού, όπως εκείνα της Πηνελόπης και της Αθηνάς, εγγράφονταν στη μνήμη για την όμορφη αισθητική τους.

Παρόλη την παρουσία των σημαντικών αυτών καλλιτεχνών αλλά και το υπέροχο κείμενο του Δ.Ν. Μαρωνίτη (μετάφραση) η παράσταση δυσκολεύτηκε να βρει ρυθμό και τελικά συνοχή. Η αρχική ιδέα-προβληματισμός πάνω στο ζήτημα της επιστροφής έμεινε στα χαρτιά, και δεν προέκυψε από το θέαμα, αν και ο Ξάφης προσπάθησε να αποδώσει το ρόλο του με μια σημαίνουσα αμφιθυμία. Έτσι χωρίς έναν γερό ερμηνευτικό ή αισθητικό άξονα το αποτέλεσμα αφενός πρόδιδε τη δεξιότητα των εμπλεκομένων, ο καθένας στο αντικείμενό του αποδείχθηκε ικανός ή έστω επαρκής δημιουργός, και αφετέρου καταδείκνυε την αδυναμία της σκηνοθετικής μπαγκέτας να τρέψει το επιμέρους σε ενιαίο σύνολο. Η παράσταση, λοιπόν, στιγματίστηκε από την «παντελή απουσία» της Βουλγαράκη· η σκηνοθέτις έδωσε την εντύπωση πως αφού προσκάλεσε όλον αυτόν τον κόσμο στη σκηνή, τους εγκατέλειψε και έφυγε· μια εγκατάλειψη που αναπόφευκτα ένιωσαν και οι θεατές της.

Περισσότερο ενδιαφέρον είχε το δρώμενο που προηγήθηκε της παράστασης, στο οποίο έλαβαν μέρος μόνο ορισμένοι εκ των θεατών (τηρήθηκε σειρά προτεραιότητας στην επιλογή). Χωρίστηκαν σε επτά ομάδες και κάθε μια ακολούθησε έναν εκ των ηθοποιών που ήταν επιφορτισμένος να τους καθοδηγήσει από το παρακείμενο λιμανάκι έως τον προαύλιο χώρο του θεάτρου, διακόπτοντας την πορεία ανά μερικά λεπτά για να τους αφηγηθεί αποσπάσματα από το ομηρικό έπος. Στην πρώτη ομάδα, που την οδηγούσε ο Αργύρης Ξάφης, η διήγηση είχε ως άξονα τη ραψωδία ν της Οδύσσειας και αναφερόταν στις πρώτες στιγμές της άφιξης του Οδυσσέα στην Ιθάκη. Το κείμενο ανακατευόταν με προσωπικές εμπειρίες ή σχόλια του ηθοποιού, συνδέοντας παρόν και παρελθόν πολυεπίπεδα, γοητευτικά, νοσταλγικά και με πολύ χιούμορ. Έτσι, η συχνά απαρατήρητη επτάλεπτη διαδρομή στο μονοπάτι που συνδέει το χωριό με το θέατρο, επιμηκύνθηκε στον χρόνο και στη σκέψη μας. Μια πολλά υποσχόμενη αποκοπή από την καθημερινότητα και μετάβαση στον μαγικό κόσμο του θεάτρου, η οποία όμως προδόθηκε από τη συνέχεια.

*Η Ναταλί Μηνιώτη είναι Διδάκτωρ Θεατρολογίας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας