Από το πρώτο κύμα της πανδημίας η κυβέρνηση βγήκε όχι μόνο αλώβητη, αλλά κέρδισε και πόντους για τον τρόπο που διαχειρίστηκε το πρόβλημα. Ο αιφνιδιασμός των πολιτών και ο φόβος τους μπροστά στο άγνωστο συνέβαλε σε αυτήν την επιτυχία. Επίσης, μια διαχρονική αδυναμία του ελληνικού κράτους, η έλλειψη ΜΕΘ, οδήγησε στη μόνη ρεαλιστική λύση που υπήρχε, δηλαδή στην καραντίνα. Έτσι, δεν καταγράφηκαν πολλά κρούσματα, ούτε και θάνατοι. Η οικονομία, βεβαίως , υπέστη βαρύ πλήγμα. Η κυβέρνηση, ωστόσο, κέρδισε τα εύσημα.
Στη δεύτερη φάση της , όμως, τα πράγματα εξελίσσονται τελείως διαφορετικά. Η κυβέρνηση άφησε ένα ολόκληρο καλοκαίρι να περάσει χωρίς να προετοιμαστεί και δίχως να σχεδιάσει. Ούτε τις απαραίτητες ΜΕΘ δημιούργησε, ούτε ρύθμισε τον τρόπο που θα κινηθούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς, ούτε υπήρξε πρόβλεψη για τις επιπτώσεις που θα έχει ένα μερικό ή ολικό κλείσιμο στην αγορά, ούτε έγινε προγραμματισμός για τον τρόπο λειτουργίας των σχολείων, τα οποία άνοιξε όπως-όπως ρισκάροντας με την υγεία των μαθητών , των εκπαιδευτικών και των οικογενειών τους. Να επισημάνουμε απλώς ότι τα ζητήματα αυτά άλλες ευρωπαϊκές και μη χώρες τα αντιμετώπισαν εγκαίρως. Όλο το καλοκαίρι, λοιπόν, μετέδωσε ένα κύμα χαλάρωσης και, όταν ξέσπασε το δεύτερο κύμα, δεν πήρε αμέσως δραστικά μέτρα. Άφησε να κυλήσει ο χρόνος και το πρόβλημα ξέφυγε. Τώρα πια φαίνεται αδύνατον να ελεγχθεί, παρά τις εκκλήσεις, τα διαγγέλματα και τις ανακοινώσεις του πρωθυπουργού για νέα μέτρα.
Δεν ισχυρίζομαι, ασφαλώς, ότι ευθύνεται μόνο η κυβέρνηση. Μεγάλο μερίδιο έχει και τμήμα της κοινωνίας. Δίπλα στην κυβερνητική αδυναμία υπάρχει η απουσία ατομικής συνείδησης. Κανένας δεν μπορεί να ξεχάσει τις εικόνες συνωστισμού που παρατηρήθηκαν σε μπαρ, παραλίες, πλατείες, πάρκα κλπ με πρωταγωνιστές νέους ανθρώπους. Και αν δικαιολογημένα επιρρίπτονται ευθύνες στη νέα γενιά, θα έπρεπε να επιμεριστούν και αλλού. Δεν επιτρέπεται σε αυτήν την κρίσιμη καμπή να υπάρχουν δυο μέτρα και δυο σταθμά. Δεν μπορεί να μη γίνεται λόγος για ό,τι συμβαίνει στους ναούς, όπου σε πάρα πολλές περιπτώσεις δεν τηρούνται τα μέτρα προστασίας και επικρατεί συνωστισμός, όπως συνέβη πριν από λίγες μέρες έξω από τον Άγιο Δημήτριο στη Θεσσαλονίκη. Η Εκκλησία, όμως, φέρνει ψήφους και γι’ αυτό τα κυβερνητικά στελέχη και ένα μέρος του πολιτικού κόσμου σιωπούν.
Υπάρχει, εντούτοις, και μια άλλη πολύ σοβαρή πτυχή του φαινομένου κορονοϊός. Η κυβέρνηση εκμεταλλεύτηκε την πανδημία, το μούδιασμα και την αγωνία της κοινωνίας, την καχυποψία και την κατατρομοκράτηση που υπήρξε και νομοθέτησε μια σειρά από διατάξεις που καταργούν δημοκρατικά δικαιώματα των εργαζομένων στο όνομα του εκσυγχρονισμού, της μεταρρύθμισης και των έκτακτων συνθηκών. Φανέρωσε με αυτόν τον τρόπο το πραγματικό της πρόσωπο, αυτό που κρύβεται πίσω από τη μάσκα. Τα αποτελέσματα που θα έχουν οι νόμοι που επιτρέπουν κάμερες στις σχολικές αίθουσες, που επιβάλλουν ηλεκτρονική ψηφοφορία στις εκλογές σωματείων και ομοσπονδιών, που περιορίζουν τις διαδηλώσεις κ.α. θα είναι πολύ αρνητικά και ,φοβάμαι, ότι πολύ δύσκολα θα αντιμετωπιστούν.
Επιπλέον, εγκληματικό ήταν αυτό που συνέβη στη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας με την περίφημη λίστα του κ Πέτσα. Οι πολίτες βρίσκονταν έγκλειστοι στα σπίτια τους και η κυβέρνηση μοίραζε εκατομμύρια ευρώ σε φιλικά ΜΜΕ και έκανε ρουσφέτια, αντί τα χρήματα αυτά να διατεθούν για τη δημιουργία ΜΕΘ και για τον εξοπλισμό των νοσοκομείων. Το ίδιο ετοιμάζεται να κάνει ξανά, αν δεν έχει ήδη αρχίσει. Μια ευθεία πρόκληση απέναντι στην κοινωνία που υποφέρει.
Φαίνεται ότι το τέλος της πανδημίας αργεί και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι θα συμβεί την επόμενη μέρα. Οι πολίτες σήμερα μοιάζουν άναυδοι και άλαλοι. Η κυβέρνηση παίζει χωρίς αντίπαλο, αφού δεν υπάρχει ουσιαστική αντιπολίτευση, η οποία θα τη στριμώξει και θα διατυπώσει ένα ρεαλιστικό, πειστικό και ξεκάθαρο λόγο. Οι μάσκες κάποια στιγμή θα πέσουν από από τα πρόσωπα εκείνων που τώρα υποκρίνονται και θα βγουν από τους πολλούς που σιωπούν. Τότε μένει να αποδειχθεί ότι οι πολίτες δεν έχασαν τη φωνή τους.
*Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας