Η Όλγα Μοσχοχωρίτου γράφει για το βιβλίο “Άπνοια Μνήμη”της Κατερίνας Θανοπούλου

1799
άπνοια μνήμης

 

ΑΠΝΟΙΑ ΜΝΗΜΗ
Ή,
Οταν η μνήμη σου φέρνει ασφυξία. Οταν η μνήμη δε φρεσκάρει το αεράκι, δεν κινεί τα πράγματα, δε γλυκαίνει το παρόν, γίνεται δίνη που σε καταπίνει. Μια προσπάθεια να μείνει το κεφάλι μας έξω από το νερό, να μην πνιγούμε, να ξεχωρίσουμε τα λουλούδια από τη σβουνιά και τις μυρωδιές από τη μπόχα της ιστορίας, άσαρκοι εμείς, ψάχνουμε ένα καινούργιο σώμα να κατοικήσουμε, ένα καινούργιο σώμα να ερωτευτούμε.

Δεν είμαι κριτικός λογοτεχνίας, πόσο μάλλον της ποίησης. Γι αυτό ζητήματα φόρμας, επιρροών και ρευμάτων τέχνης, τ’ αφήνω σε άλλους αρμοδιότερους. Μια απλή αναγνώστρια είμαι. Και με τα μυστικά του θεάτρου παλεύω, αν και η Κατερίνα, μας θυμίζει πως δεν υπάρχει θέατρο χωρίς ηθοποιούς. Δεν υπάρχει έργο χωρίς δρώντα πρόσωπα επί σκηνής. Και η ιστορία είναι μια σκηνή, κάποιοι πρέπει να πάρουν το κουράγιο, ν’ ανέβουν και γιατί όχι να πρωταγωνιστήσουν. Ποιους θεατές καλούν, ποιοι, να παρακολουθήσουν μια ανύπαρκτη παράσταση.

Ω ναι.
Ζήσαμε πολλούς αυτά τα τελευταία 10 χρόνια να μας καλούν σε μια ανύπαρκτη παράσταση.

Ευχαριστώ Κατερίνα που έδωσες όνομα σ’ αυτό που βιώσαμε.
Δεν είμαι ειδική της ποίησης, όταν νιώθω τον ιστορικό χρόνο να με πιέζει προσεύχομαι στον Σεφέρη και το Ρίτσο. Και στο Άξιον Εστί.
Όταν ο Ιστορικός χρόνος θέλει να ξεσκάσει πάνω στο χώρο και τη φύση της Ελλάδας, ή να μεταφέρει τη λύπη της πέτρας, του ήλιου και του βράχου ξανακοιτάζω Ελύτη.

Όταν θέλω να χαθώ στο μπλε, βυθίζομαι στο Γκάτσο.
Όταν ο κοινωνικός κανιβαλισμός μου πνίγει την ανάσα, ξαναγυρνάω στον θλιμμένο Καρυωτάκη.
Όταν τα μικρά αλλά τόσο μεγάλα καθημερινά συναισθήματα “μπουκώνουν”, προσκυνώ Κική Δημουλά.
Όταν η ύπαρξή μου η ίδια τίθεται σε αμφισβήτηση, μνημονεύω τον ακριβό μου φίλο Γιάννη Κοντό.

ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ;

Είναι περίεργο το συναίσθημα όταν διάβασα την ποίηση της Κατερίνας.
Ξαφνικά ένιωσα πως κάποιος πονούσε για λογαριασμό μου. Πως κάποιος έδινε όνομα στα δικά μου συναισθήματα.
Και κυρίως ένιωσα πως η Κατερίνα γράφει μικρά σημειώματα, απ’ αυτά με τα μαγνητάκια, που κολλάμε στο ψυγείο της κουζίνας για να μην ξεχάσουμε τα σημαντικά της μέρας. Η Κατερίνα γράφει για τους φίλους της. Τους μυημένους.
Γι αυτό οι λέξεις της μοιάζουν σήματα Μορς. Υπαινικτικές, συμπυκνωμένες, σαν κοινός κώδικας ανθρώπων που το παρελθόν φώτιζε ένα παρόν για να εκτοξευτεί στο μέλλον.
Και κει κάπου, όλο αυτό το φορτίο, όλες αυτές οι βαλίτσες με τα πολύτιμα, έγιναν θεόβαρα σα σακιά που πήραν νερό από ένα ναυάγιο που τους έλαχε στην ανοιχτή θάλασσα.
Περπατώντας λοιπόν τις λέξεις της Κατερίνας διαπίστωσα ξανά και ξανά πως αυτές, οι «άτιμες οι λέξεις» έφεραν εκείνο το φορτίο της βιωμένης ιστορικής στιγμής και της υπαρξιακής ματαίωσης.
Τις ένιωθα να αιχμαλωτίζουν το παρόν μου , παρότι μιλάνε από μόνες τους

Για:
Μνήμη, στιγμή, χρόνο, θέαση, παρατήρηση, έρωτα, αλλά

ΚΑΙ
Φόβο, προσμονή, ανελπίδα ( τί λέξη με βάζεις να εφευρίσκω βρε Κατερίνα;), θάλασσα, πληγές, τσιγάρο
Σα να μας κυνηγά ένας χρόνος άχρονος που θέλουμε να αιχμαλωτίσουμε κι αυτός ξεφεύγει κι εμείς γινόμαστε η ανοιχτές πληγές των παλιών που κρύψαμε ή καπηλευτήκαμε και των νέων που δε θέλουμε να φανερώσουμε.

Η Κατερίνα συστέλλεται για να χωρέσει μέσα της να δει τι της συμβαίνει, τί μας συμβαίνει και μετά διαστέλλεται σαν το σύμπαν που λένε οι επιστήμονες και βγάζει τη γλώσσα στη θνητότητά μας.
Αλλά και στην υπεροψία μας να ελέγξουμε τον κόσμο , τον μέσα και τον έξω μας.
Και κλέβει στιγμές , για να γίνουν δικές της, να παραμείνουν λίγο παραπάνω από το φευγαλέο, ώστε να τις οσφριστεί, να τις κρατήσει για λίγο,
να καταλάβει:
Πώς να ενώσεις το εμείς και το εγώ και την ίδια στιγμή να μην χαρίσεις την εξέγερση σου σε εκπροσώπους;
Κάποια στιγμή γίνεται σχεδόν “πεζή” ονοματίζοντας την Αριστερά, πώς να μπει μια τέτοια λέξη σ’ ένα ποίημα… Μα αν ήταν “αριστερά”, μ’ όλο το συμβολισμό δύο αιώνων θα ήταν η ίδια μια σκέτη ποίηση.
Ενα αίτημα αυτογνωσίας , κραυγάζει μέσα από τη σιωπή των λέξεών της, από την πλευρά του ανθρώπου που όλη μέρα μοιράζεται με τους άλλους την σκόνη των δρόμων της πόλης και το βράδυ , μέσα στη σιωπή, αλλάζει δέρμα κι από ταξιδευτής και γήινος και με σάρκα και οστά άνθρωπος, μεταμορφώνεται στον ποιητή που πετά πάνω από το εφήμερο, και μας προσφέρει μια θέαση του τί μας συνέβη σήμερα, τώρα, στη σύντομη ζωή μας.
Ένας απολογισμός της μέρας, κάτι σαν ημερολόγιο καταστρώματος.

Και τελικά αποφασίζει να χαθεί μέσα στη ζωή, να ξορκίσει το φόβο..
Αλλά οι δαίμονες επιστρέφουν τη νύχτα
και πώς αλλιώς όταν:
«Ο έρωτας γιλέκο κουμπωμένο
Το ρολόι στο πλάι κρέμεται
σαΐτα στο θηκάρι
Άφιλη γλείφω τη θάλασσα
Κι όμως
Ούτε το τσιγάρο δεν μπορώ να κόψω»

Ευχαριστούμε Κατερίνα για τις κακές σου συνήθειες
Αθήνα 10-2-2019

 

* Η Όλγα Μοσχοχωρίτου είναι δικηγόρος, κριτικός θεάτρου και έχει εκδώσει το ΜΠΟΡΕΙΣ Ν ΑΛΛΑΞΕΙΣ ΜΟΝΟ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΣΟΥ στις εκδ. Καστανιώτη

 

* Η Κατερίνα Θανοπούλου είναι εκπαιδευτικός ειδικής αγωγής, πρώην Αντιπεριφερειάρχης Αττικής και έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές στις εκδ. Άπαρσις, με τίτλους ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ ΜΝΗΜΗ και ΑΠΝΟΙΑ ΜΝΗΜΗ

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας