Η Τουρκία προαναγγέλλει πόλεμο κατά της Ελλάδας

3987
δύση

«Η δήλωση μιας χώρας ότι θα επεκτείνει τα σύνορά της για να επιτύχει τις παλαιές ‘ιστορικές διαστάσεις’ πρωτοφανής στη νεότερη ιστορία»

Οι δηλώσεις Ερντογάν στην Σαμψούντα, όπου μεταξύ των άλλων ανέφερε ότι η Τουρκία δεν αποδέχεται τα «τεχνητά σύνορα» που «της επεβλήθησαν» μετά την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ότι μετά την κατάληψη της Αφρίν ξεκινά η δημιουργία της «Μεγάλης Τουρκίας», η οποία θα επιτευχθεί ακόμη και αν χρειαστεί «να δώσουμε τις ζωές μας ή να πάρουμε ζωές άλλων», τοποθετούνται στην κορυφή των πιο επιθετικών δηλώσεων που έχει κάνει αρχηγός κράτους διεθνώς μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και αποτελούν από μόνες τους έγκλημα κατά της Ανθρωπότητας. Η δήλωση μιας χώρας ότι θα επεκτείνει τα σύνορά της για να επιτύχει τις παλαιές «ιστορικές διαστάσεις» της είναι πρωτοφανής στη νεότερη ιστορία και αμφισβητεί καθ’ολοκληρίαν τον καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, που αποτελεί και την επίσημη βάση έδρασης του διεθνούς δικαίου.
Η Τουρκία, δηλαδή, μετατρέπεται σε ένα είδος «υπερταραχοποιού κράτους» («super rogue state») τους διεθνούς συστήματος διεκδικώντας με αξιώσεις τα σκήπτρα από τη Βόρειο Κορέα.

Η ανύπαρκτη «Διεθνής Κοινότητα» και ένα νέο διεθνές σύστημα που επιβραβεύει τις πειρατικές συμπεριφορές

Ας μην περιμένει όμως κάποιους (ανύπαρκτους) μηχανισμούς επιβολής του διεθνούς δικαίου να «τιμωρήσουν» την Τουρκία. Θα ήταν μεγάλο λάθος να θεωρήσουμε τις δηλώσεις αυτές ως προϊόν της «μεγαλομανίας» ή της «παράνοιας» του Ερντογάν. Στην πραγματικότητα, όχι ο Ερντογάν ως πρόσωπο αλλά η Τουρκία ως γεωπολιτική οντότητα, φαίνεται πως έχει κατανοήσει ότι βρισκόμαστε σε μια εξαιρετικά μεταβατική φάση της Ιστορίας. Περνάμε από ένα διεθνές σύστημα που εξαφανίζεται με γρήγορους ρυθμούς σε ένα άλλο, που δεν έχει ακόμη αποκρυσταλλωθεί. Πολλές φορές αποκαλούμε αυτόν το νέο, υπό διαμόρφωση, κόσμο ως «πολυπολικό» (multipolar) αλλά αυτός ο όρος δεν εκφράζει πλήρως τη σημερινή κατάσταση. Πολυπολικό ενδέχεται να γίνει το διεθνές σύστημα όταν σταθεροποιηθεί. Μέχρι στιγμής είναι ένα ασχηματοποίητο σύστημα που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «μη πολικό» (non polar). Σε αυτόν, λοιπόν, τον εν αναμονή κόσμο, η Τουρκία φαίνεται πως έχει επιλέξει να εξελιχθεί σε έναν από τους πιο σημαντικούς τους δρώντες, επιτυγχάνοντας, ταυτοχρόνως, δια του «εθνικού μεγαλείου», να ξεπεράσει τα μεγάλα εσωτερικά της προβλήματα. Και γνωρίζει πως το παράθυρο ευκαιρίας για να το επιτύχει είναι μικρό και πρέπει να δράσει, γρήγορα, ριψοκίνδυνα, επιθετικά και ασύδοτα, αδιαφορώντας για τους μέχρι σήμερα ισχύοντες κανόνες και αναλαμβάνοντας το μεγάλο ρίσκο που έχουν αυτές οι επιλογές.
Ίσως όμως το ρίσκο αυτό να μην είναι και τόσο μεγάλο όσο τείνουν πολλοί στην Ελλάδα να πιστεύουν. Τη μόνη Δύναμη που πράγματι φοβάται η Τουρκία, τη Ρωσία, αυτήν τη στιγμή έχει καταφέρει να την περιορίσει μέσα σε μια λυκοφιλία που έχει μεταμφιεστεί σε μια εύθραυστη συμμαχία, αλλά που προς ώρας λειτουργεί. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν μια, πρωτοφανή μετά το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ, κρίση ηγεσίας, βρίσκονται σε μια μεταβατική φάση ως προς τη διαμόρφωση της στρατηγικής τους στο εξωτερικό, ενώ ένα κομμάτι του «βαθέως κατεστημένου» της Ουάσιγκτον έχει εμμονικά προσκολληθεί στην τεράστια γεωπολιτική επένδυση που έκανε στην ισλαμιστική Τουρκία εδώ και χρόνια και τώρα αρνείται να δει τις καταστρεπτικές συνέπειες που είχαν οι επιλογές του.
Με τις ΗΠΑ σε σύγχυση, το ΝΑΤΟ είναι απίθανο να είναι σε θέση, ή να έχει τη βούληση, να κάνει κάτι ουσιαστικό ώστε να φρενάρει την τουρκική επιθετικότητα, ενώ θα ήταν απολύτως άσκοπο να πούμε το οτιδήποτε για το γεωπολιτικό νηπιαγωγείο που παριστάνει τον «διεθνή παράγοντα», την Ε.Ε.
Εν κατακλείδι, έχουμε απέναντι μας μια άκρως αναθεωρητική και υπερφιλόδοξη Τουρκία, που επίσημα δηλώνει ότι είναι έτοιμη να «πάρει ζωές» για να επανέλθει στις «ιστορικές της διαστάσεις». Δηλαδή, εμμέσως πλην σαφώς απειλεί την ακεραιότητα της Ελλάδας και φυσικά και της Κυπριακής Δημοκρατίας, μεταξύ των άλλων. Όλα λοιπόν τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά. Ακόμη και αυτό μιας ακραίας επιθετικής ενέργειας της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας που θα οδηγούσε σε πολεμική αναμέτρηση μεγάλης κλίμακας.
Και θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι δεν μπορούμε να περιμένουμε βοήθεια από πουθενά. Είμαστε μόνοι μας και θα πρέπει μόνοι μας να αντιμετωπίσουμε αυτήν την πρωτοφανή πρόκληση στη νεότερη ελληνική ιστορία. Και ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις. Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις για την εξασφάλιση της ειρήνης. Αν και η χειρότερη επιλογή είναι να συνεχίσουμε την προσπάθεια εξημέρωσης της τίγρης και να προσποιούμαστε πως όλες οι πρωτοφανείς δηλώσεις και οι ολοένα και πιο επιθετικές ενέργειες της Άγκυρας είναι «για εσωτερική κατανάλωση», ούτε οι μεθοδολογίες Αποτροπής είμαστε σίγουροι ότι μπορούν πλέον, στο σημείο που φθάσαμε, να εξασφαλίσουν την ειρήνη στο ελληνοτουρκικό σύστημα.
Βέβαια, ένας πόλεμος δεν ξεσπάει τόσο εύκολα και είναι μια επιλογή που δύσκολα θα κάνει σήμερα η Άγκυρα. Και αυτό γιατί, εις βάρος των στερεοτυπικών αντιλήψεων που τείνουν να κυριαρχήσουν στην ελληνική κοινωνία, ακόμη υπάρχει στρατιωτική ισορροπία στο ελληνοτουρκικό σύστημα. Ακόμη περισσότερο, μάλλον παραμένουν κάποια μικρά αλλά κρίσιμα ποιοτικά πλεονεκτήματα για τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, παρόλα τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια το ελληνικό στράτευμα λόγω της οικονομικής κρίσης. Βέβαια, αν δεν κάνουμε τίποτε για να αντιστρέψουμε τις σημερινές τάσεις, μέσα στα επόμενα χρόνια η ισορροπία ισχύος θα ανατραπεί δραματικά υπέρ της Τουρκίας. Όμως σήμερα, οι φαταλιστικές αντιλήψεις περί «τουρκικής παντοδυναμίας» μόνο ως μέρος του υβριδικού πολέμου που έχει εξαπολύσει η Άγκυρα κατά της Ελλάδας μπορούν να αναγνωστούν, δηλαδή ως μέρος της τουρκικής προσπάθειας να ακρωτηριάσει γεωπολιτικά την Ελλάδα χωρίς να χρειαστεί να πέσει τουφεκιά.
Άρα, ακόμη ελπίζουμε ότι η ειρήνη θα διατηρηθεί, τουλάχιστον στο άμεσο χρονικό διάστημα. Το γεγονός όμως παραμένει ότι πλέον έχουμε απέναντι μας μια νέα Τουρκία, άκρως φιλόδοξη και επιθετική, σε ένα νέο διεθνές σύστημα που πιθανώς ανταμείβει παρόμοιες δυνάμεις. Άρα, όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά και θα πρέπει να προετοιμαστούμε για αυτά. Όσο είναι ακόμη καιρός.
(*) Ο Κωνσταντίνος Γρίβας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Γεωπολιτικής στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης Γεωγραφία της Ασφάλειας στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Πηγή: news.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας