Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πρέπει να αποφασίσει τι επιθυμεί από τα κορυφαία κλιμάκια της οικονομικής του ομάδας. Απότομες και επίμονες μειώσεις των επιτοκίων παρά τον πληθωρισμό ο οποίος κινείται στη στρατόσφαιρα ή κάποιο βαθμό σταθερότητας της τουρκικής λίρας; Γίνεται όλο και πιο δύσκολο να έχει κανείς και τα δύο.
Ακόμη και με βάση τα πρότυπα ευλυγισίας της τουρκικής νομισματικής πολιτικής, αυτή η εβδομάδα αξίζει να καταγραφεί στα βιβλία της ιστορίας. Η κεντρική τράπεζα παρενέβη απευθείας στις αγορές για πρώτη φορά μετά από επτά χρόνια για να στηρίξει τη λίρα.
Στη συνέχεια, ο Ερντογάν ανακοίνωσε ότι αντικαθιστά τον υπουργό Οικονομικών του, προκαλώντας μια νέα πτώση του νομίσματος. Το τελευταίο έχει χάσει ένα εκπληκτικό 44% της αξίας του έναντι του δολαρίου φέτος. Το πέσο της Αργεντινής μοιάζει με καλή επένδυση συγκριτικά, με πτώση μόλις 17%.
Οι αλλαγές προσώπων δεν λύνουν την αντίφαση
Ο πρόεδρος της Τουρκίας μπορεί να αλλάζει το προσωπικό όσο συχνά του κάνει κέφι, μέχρι ωστόσο να επιλυθούν οι αντιφάσεις, δεν θα αλλάξουν πολλά. Η μεγάλη αιτία της αιμορραγίας της λίρας; Τεράστιες περικοπές στο κόστος δανεισμού, σε μια εποχή που οι περισσότερες χώρες μειώνουν τα μέτρα νομισματικής τόνωσης και αυξάνουν τα επιτόκια.
Γιατί η κεντρική τράπεζα κάνει κάτι το οποίο σχεδόν εγγυημένα “διαβρώνει” το νόμισμα της χώρας; Ο Ερντογάν έχει μια ανορθόδοξη άποψη σύμφωνα με την οποία ο αυξημένος πληθωρισμός αντανακλά τα υψηλότερα επιτόκια και όχι το αντίστροφο. Θέλει το κόστος δανεισμού χαμηλότερα, χαμηλότερα κι ακόμη πιο χαμηλά.
Οι αξιωματούχοι οι οποίοι πηγαίνουν ενάντια στη θέλησή του τείνουν να αποκτούν προβλήματα σταδιοδρομίας: η χώρα βρίσκεται ήδη στον τέταρτο κατά σειρά επικεφαλής νομισματικής πολιτικής από το 2018. Βλέπει αστάθεια μετά από αυτές τις περικοπές επιτοκίων; Απλώς αγοράζει τουρκικές λίρες και σπαταλά τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας.
Εάν ο πρόεδρος δεν εντυπωσιάζεται επαρκώς με οποιοδήποτε από αυτά τα πράγματα, βρίσκει τους ανθρώπους που “ευθύνονται” και τους αφήνει να περνούν περισσότερο χρόνο με τις οικογένειές τους.
Ο Λουτφί Ελβάν αποχωρεί από το υπουργείο Οικονομικών μετά από λίγο περισσότερους από 12 μήνες ως υπουργός και τον διαδέχεται εκεί ο Νουρεντίν Νεμπάτι, σύμφωνα με προεδρικό διάταγμα αργά το βράδυ της Τετάρτης. Ο Έλβαν αντιτάχθηκε στις πρόσφατες μειώσεις επιτοκίων, ανέφεραν στο Bloomberg News άνθρωποι με γνώση του ζητήματος. Μπορεί να πιστεύετε ότι αυτό κάνει τον σημερινό επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας, Σαχάπ Καβτσιόγλου, να κοιμάται άνετα – αυτό όμως ισχύει μέχρι ο Ερντογάν να αποφασίσει ότι δεν του αρέσει η κατάρρευση του νομίσματος.
Συναλλαγματικά αποθέματα
Η αιφνιδιαστική απόφαση της νομισματικής αρχής να αρχίσει να πωλεί δολάρια από τα φθίνοντα αποθέματά της δείχνει ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ανησυχούν για την ελεύθερη πτώση της λίρας.
Κανονικά, η υποστήριξη έρχεται με έναν βαθμό διαχωρισμού, συνήθως μέσω χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που υποστηρίζονται από το κράτος ή ανήκουν σε αυτό. Η κεντρική τράπεζα παρενέβη απευθείας γιατί ήθελε να δείξει την ισχύ της. Πρόκειται για επικίνδυνα νερά: τα τεράστια ποσά τα οποία έχουν δαπανηθεί για την προσπάθεια στήριξης της λίρας – περίπου 165 δισεκατομμύρια δολάρια από το 2018 – έχουν γίνει αντικείμενο πολιτικής διαμάχης στη χώρα.
Η κεντρική τράπεζα δήλωσε ότι ανησυχεί για “ανθυγιεινούς σχηματισμούς τιμών“. Αυτό μοιάζει με τη γλώσσα που χρησιμοποιούσε η Ιαπωνία για να δικαιολογήσει τη συχνή παρέμβαση της κεντρικής της τράπεζας τις προηγούμενες δεκαετίες.
Στη συνέχεια, οι αξιωματούχοι στο Τόκιο μιλούσαν για “αφύσικες” κινήσεις στο γεν, μια εκτίμηση που συνήθως δεν άρεσε ή θεωρείτο σε κάθε περίπτωση εχθρική προς τους εξαγωγείς. Η φιλοδοξία ήταν συχνά μια εξομάλυνση των διακυμάνσεων αντί μιας ριζικής αλλαγής της τροχιάς του νομίσματος.
Ο στόχος της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας έχει σημασία. Λέγεται συχνά ότι μια παρέμβαση είναι βέβαιο ότι θα αποτύχει και ότι οι γραφειοκράτες δεν μπορούν να πολεμήσουν τις αγορές, περισσότερο δε την παγκόσμια αγορά συναλλάγματος, όπου 6,6 τρισεκατομμύρια δολάρια αλλάζουν χέρια κάθε μέρα.
Αποτυχίες και επιτυχίες
Το να κρίνει όμως κανείς τη νίκη ή την ήττα σε κάτι, προϋποθέτει να ξέρει τι σκοπεύει να πετύχει. Εάν θέλετε απλώς να εισαγάγετε μια αμφίδρομη κίνηση και να ενημερώσετε τους traders ότι είστε εκεί, τότε οι στόχοι σας είναι επιτεύξιμοι. Mόνον όμως βραχυπρόθεσμα. Οι προσπάθειες πολλών ασιατικών κεντρικών τραπεζών κατά τα τέλη της οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του 1990 είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το αποτέλεσμα, τελικά, ήταν συχνά μια φιλική επίσκεψη από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Εάν η ιδέα είναι να μετατρέψετε μόνοι σας μια εκτεταμένη πτώση σε ένα ράλι που θα λάβει βραβείο, καλύτερα να το ξεχάσετε.
Ορισμένες παρεμβάσεις ήταν επιτυχείς. Το κλειδί είναι συνήθως το μέγεθος, η υποκείμενη αξιοπιστία πολιτικής και η συγκέντρωση εταίρων με αρκετή δύναμη πυρός για να κάνουν τους κερδοσκόπους να υποχωρήσουν. Δύο περιπτώσεις έρχονται στο μυαλό: όταν οι ΗΠΑ προσχώρησαν στην προσπάθεια της Ιαπωνίας να ανακόψει την κατρακύλα στο γεν το 1998 και όταν έγινε η κοινή παρέμβαση της G7 για την υποστήριξη του ευρώ. Η περίπτωση της Τουρκίας δεν μοιάζει με αυτές.
Παρά την προσήλωσή του στα χαμηλά επιτόκια, ο Ερντογάν μπορεί να αλλάξει στάση όταν συνειδητοποιήσει ότι η προσέγγισή του έχει πάρα πολλές δυσάρεστες συνέπειες. Τον Μάρτιο, απέλυσε τον διοικητή της κεντρικής τράπεζας Naci Agbal, μετά από μια πολύ μεγάλη αύξηση των επιτοκίων. Ωστόσο, ο Ερντογάν φαινόταν να υποστηρίζει τις αυξήσεις επιτοκίων – τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα – όταν είχε διορίσει τον Agbal, λίγους μήνες νωρίτερα.
Δεν είναι απίθανο η Τουρκία να βρίσκεται στο κατώφλι ακόμη μιας στροφής, έως ότου ο Ερντογάν αποφασίσει ξανά κάτι διαφορετικό. Εάν ωστόσο δεν συμφιλιωθούν δύο ζωτικής σημασίας στοιχεία νομισματικής πολιτικής – επιτόκια και πληθωρισμός – η χώρα θα δυσκολεύεται να ξεκολλήσει από ένα καρουζέλ εκκαθαρίσεων αξιωματούχων, περικοπών και συντριβών, που ακολουθούνται από αναπόφευκτες αυξήσεις στο κόστος δανεισμού και ακόμη περισσότερες ανακατατάξεις προσωπικού.
Δεν είναι περίεργο που η λίρα έχει πάρει την κάτω βόλτα.