Η ταινία της βδομάδας: Η άγρια αχλαδιά – Ahlat Agaci

1906
άγρια αχλαδιά

Η άγρια αχλαδιά – Ahlat Agaci

Διάρκεια: 188’

Σκηνοθεσία: Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν

Πρωταγωνιστούν: Ντογκού Ντεμιρκόλ, Μουράτ Τσεμτσίρ, Μπενού Γιντιλιμλάρ

To 2014, στο απόγειο της καριέρας του, κέρδισε με τη «Χειμερία Νάρκη» τον Χρυσό Φοίνικα. Φέτος επέστρεψε στις Κάννες όπου μπορεί να μην απέσπασε κανένα βραβείο, κέρδισε όμως τους κριτικούς ανά τον κόσμο που έγραψαν διθυραμβικές ωδές υμνώντας τον λυρισμό, το χιούμορ και την βαθιά ανθρώπινη υπόσταση της ταινίας. Αναντίρρητα ο μεγαλύτερος τούρκος σκηνοθέτης της εποχής μας, πιστός ανατόμος της σύγχρονης τουρκικής κοινωνίας, ο Τσεϊλάν  επιδίδεται σε μια περίτεχνη σπουδή χαρακτήρων που γύρω τους υφαίνεται το πλαίσιο των οικογενειακών, διαγενεακών, διαφυλικών και ταξικών σχέσεων της χώρας του.

Κι αυτά μέσα από την ιστορία του Σινάν, ενός νέου που μόλις τέλειωσε την παιδαγωγική σχολή στο παραθαλάσσιο Τσανάκαλε και επιστρέφει στη γενέτειρα του Τσαν, μια ασήμαντη πόλη μιάμιση ώρα μακριά από τη θάλασσα, την οποία μισεί αλλά από την οποία φαίνεται πως δεν μπορεί να ξεφύγει. Αυτό που τον κρατάει δέσμιο είναι πρώτα και κύρια η έλλειψη χρημάτων: είναι γιος ενός μισθοσυντήρητου δάσκαλου ο οποίος έχει εθιστεί στον τζόγο και έχει καταστρέψει οικονομικά την οικογένεια του. Η γυναίκα του αναγκάστηκε να ψάξει και αυτή για δουλειά και έχει κατάσχει το βιβλιάριο πληρωμών του για να καταφέρει να τα φέρνει βόλτα με τα έξοδα του σπιτιού.

Ο Σινάν επιστρέφει στο παιδικό του δωμάτιο και έρχεται αντιμέτωπος με τις προκλήσεις της μικρής του κοινωνίας: την ‘ωραία’ της τάξης παντρεύεται με προξενιό έναν πλούσιο, τους φίλους του που βιώνουν τις δικές τους ήττες, μαγαζάτορες που τον σταματάν στο δρόμο για να του υπενθυμίσουν τα απλήρωτα χρέη του πατέρα του και παράγοντες που τον προτρέπουν να συνεχίσει να γράφει αλλά δεν τον βοηθούν οικονομικά για να εκδώσει το βιβλίο του, και τέλος τον ίδιο τον πατέρα του που όλη τη βδομάδα κυκλοφορεί σαν φάντασμα μέσα στο σπίτι, όπου η γυναίκα και η κόρη του επιδεικτικά τον αγνοούν, και τα σαββατοκύριακα τρέχει στο χωριό του για να σμίξει με τον αγαπημένο του σκύλο  και να σκάβει πηγάδι στο χωράφι του, που όλοι του έχουν πει πως δεν υπάρχει νερό.

Η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Σινάν είναι το τι θα κάνει στη ζωή του: θα διαβάσει για να δώσει εξετάσεις για να γίνει δάσκαλος και να χαθεί για μια δεκαετία στα χωριά της Ανατολικής Τουρκίας, κι έπειτα να γυρίσει να αφήσει τη ρουτίνα και τη φτώχεια να του σακατέψουν τη ζωή του, έτσι όπως έκανε ο πατέρας του, θα καταταγεί στην αστυνομία για να βρει μόνιμη και σταθερή δουλειά ή θα κυνηγήσει το όνειρο του να γίνει συγγραφέας; Ο Σινάν περιφέρει το χειρόγραφο του σε διάφορα γραφεία, από τον δήμαρχο στον επιχειρηματία, προσπαθώντας να βρει κάποιον να χρηματοδοτήσει την εκτύπωση του και σιγά σιγά ανακαλύπτει πως η ζωή είναι ακόμα πιο δύσκολη και πεζή απ’ότι φανταζόταν. Στη δύσκολη πορεία της ενηλικίωσης θα δοκιμαστούν οι σχέσεις του με τα μέλη της οικογένειας του, και κυρίως με τον πατέρα του.

Στο ίδιο μοτίβο με τη «Χειμερία Νάρκη», ο Τσεϊλάν και σε αυτή την ταινία κεντάει πάνω στον καμβά των ανθρώπινων σχέσεων. Οπλισμένος με έναν τηλεφακό, ακολουθεί κατά πόδας τον ήρωα του ζουμάροντας στο πρόσωπο το δικό του και των συνομιλητών του, Η κάμερα στρέφεται στον  περιβάλλοντα χώρο όταν αυτός έχει να προσθέσει κάποιο στοιχείο στην ιστορία του. Πολλές φορές επιλέγει να καδράρει τις πλάτες των ανθρώπων, σαν να θέλει να μας αφήσει να μαντέψουμε τις εκφράσεις τους ή να μας κάνει κι εμάς συνοδοιπόρους. Οι επιρροές από το θέατρο, και συγκεκριμένα από τον Τσέχωφ, είναι έκδηλες. Οι διαλογικές σκηνές είναι ακόμα μεγαλύτερες από αυτές της «Νάρκης». Ο Τσεϋλάν επιχειρεί να περιγράψει τον πρωταγωνιστή του μέσα από τις σχέσεις του με τους άλλους – η κόλαση μου είναι οι άλλοι; – και οι σχέσεις, οι σκέψεις, αποτυπώνονται στα λόγια τα οποία ρέουν πραγματικά σε όλη τη διάρκεια της ταινίας. ‘Έτσι όπως ο Σινάν μοιάζει να στερείται βασικών επικοινωνιακών δεξιοτήτων – έχει μια αβασάνιστη ειλικρίνεια και αυθορμητισμό που πολλές φορές οδηγεί σε αντίθετα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα – η αδεξιότητα και η επιμονή του να ξεδιαλύνει την πραγματικότητα γύρω του οδηγούν σε μακροσκελέστατους διαλόγους που σε κάποιες στιγμές μπορεί και να κουράσουν. (Ο σκηνοθέτης ομολόγησε πως ο διάλογος ανάμεσα στον Σινάν και τους ιμάμηδες μπορεί να γίνει απόλυτα αντιληπτός μόνο από κάποιον που γνωρίζει την τουρκική πραγματικότητα).

Παρ’ότι παρελαύνουν πολλοί κι διάφοροι αντιπροσωπευτικοί τύποι της σύγχρονης  Τουρκίας – μαγαζάτορες, ιμάμηδες, δήμαρχοι, επιχειρηματίες, συγγραφείς – η σχέση που γύρω της κινείται όλη η ταινία είναι αυτή του γιου με τον πατέρα του. Ο πατέρας περιγράφεται μέσα από τα – απαξιωτικά – λόγια των άλλων, ξένων και δικών: ανεπρόκοπος, χαραμοφάης, σκορποχέρης, ανεύθυνος, αποτυχημένος. Ένα αντι-πρότυπο για τον νεαρό γιο του, ο οποίος θα ‘πάρει το μέρος’ της μητέρας του στην καθημερινή μάχη μέσα στο σπίτι και θα τον απορρίψει, αδιαφορώντας αν με τα λόγια ή τις πράξεις του τον πληγώνει. Η μορφή του αποτυχημένου ονειροπόλου που τον τσάκισε η δουλειά και η φτώχεια και καταλήγει στα στοιχήματα, με την ελπίδα να κερδίσει κάποια στιγμή τα χρήματα που στην έλλειψη τους οφείλεται η μιζέρια και η διάψευση, αναδύεται στο δεύτερο μισό της ταινίας ως μια τρυφερή φιγούρα, ένα ευαίσθητο πλάσμα φτιαγμένο για τον κόσμο των ονείρων και των συναισθημάτων και όχι αυτόν του καθημερινού ανταγωνισμού και του κέρδους, στον οποίο και κλήθηκε να ζήσει. Ακόμα κι η γυναίκα του κάποια στιγμή, στις συζητήσεις της με τον Σινάν, θα θυμηθεί τον ονειροπόλο και μελίρρυτο νέο που ερωτεύτηκε νέα. Αυτό το ανθρώπινο ναυάγιο, όπως όλοι γύρω του νομίζουν, θα γίνει κάποια στιγμή το κατάρτι απ’το οποίο θα γραπωθεί ο Σινάν.

Χωρίς μελοδραματισμούς, γειωμένη στην πραγματικότητα, με κλασική μουσική να ‘ντύνει’ τις στιγμές της συναισθηματικής κορύφωσης, και αυτή η ταινία του Τσεϋλάν είναι ένα οδοιπορικό στην Τουρκία των οξυμένων ταξικών αντιθέσεων, στην κοινωνία ‘όπου φτωχός κι η μοίρα του’, εκεί που τα όνειρα και οι φιλοδοξίες έχουν την τιμή τους. Οι ανεκπλήρωτοι στόχοι της νιότης παρουσιάζονται, σαν τον Ιανό, με δυο πρόσωπα – του πατέρα και του γιου. Δυο όψεις του ίδιου νομίσματος, που θα κοιταχτούν στα μάτια με ειλικρίνεια σε ένα συγκλονιστικό φινάλε.

Πηγή: imerodromos.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας