Η πτώση του Αφρίν και η σημασία της

1876
σάντσεθ

Στην τριγωνική αναμέτρηση που εκτυλίσσεται την τελευταία διετία με αφορμή την συριακή κρίση, η μεν Μόσχα προσπαθεί να διευρύνει τα ρήγματα στην παραδοσιακή αμερικανοτουρκική συμμαχική σχέση, η δε Ουάσιγκτον προσπαθεί να δηλητηριάσει την φιλία που αιφνιδίως αναπτύχθηκε μεταξύ του Ταγίπ Ερντογάν και του Βλαντίμιρ Πούτιν, ενώ η Άγκυρα, κινούμενη διαρκώς σε δύο ταμπλό, επιχειρεί να κατοχυρώσει διευρυμένο ρόλο για την επόμενη μέρα.
Στην μέση αυτού του τριγώνου βρίσκονται οι Κούρδοι της βόρειας Συρίας, οι οποίοι αξιοποιούνται για την τροποποίηση των συσχετισμών και την ανταλλαγή μηνυμάτων μεταξύ των πρωταγωνιστών.
Οι ίδιοι παρερμήνευσαν τον ρόλο τους και υπερτίμησαν τις δυνατότητές τους. Εξού και πλέον έχουν στη διάθεσή τους μόνο σενάρια ήττας.
Η κατάληψη του Αφρίν το επιβεβαιώνει αυτό. Αν και θα πρέπει να υποσημειώσει κανείς ότι η Τουρκία βρίσκεται (για άλλη μία φορά, μετά την κατάληψη της αλ Μπαμπ στο πλαίσιο της επιχείρησης “Ασπίδα του Ευφράτη”) να έχει στα χέρια της μια στρατιωτική επιτυχία που της χαρίστηκε, παρά που την κατέκτησε. Χιλιάδες Κούρδοι μαχητές εγκατέλειψαν το Αφρίν, αποφεύγοντας μια μάχη σε αστικό τοπίο η οποία ασφαλώς θα διαρκούσε αρκετές εβδομάδες, αλλά εντέλει θα άφηνε την πόλη ισοπεδωμένη.
Πρόκειται για μία εξέλιξη η οποία δεν θα μπορούσε να αποφευχθεί. Παρά τις υστερήσεις του (με κυριότερη την ανάθεση του ρόλου του πεζικού στους αναξιόπιστους τζιχαντιστές του λεγόμενου “Ελεύθερου Συριακού Στρατού”, λόγω πολιτικού περιορισμού στην χρήση Τούρκων κληρωτών), ο τουρκικός στρατός σαφώς υπερτερούσε. Το Αφρίν δεν υπήρξε Κομπάνι του 2014, διότι οι υπερασπιστές του δεν αντιμετώπιζαν αυτή τη φορά μία επίθεση ατάκτων δίχως αεροπορία.
Βεβαίως το Αφρίν αποτελεί τμήμα της συριακής επικράτειας, της οποίας τον εναέριο χώρο προστατεύουν ρωσικές δυνάμεις. Όμως τόσο ο συριακός κυβερνητικός στρατός όσο και οι ρωσικές δυνάμεις παρέμειναν χαρακτηριστικά απαθείς, πέρα από τις καταδικαστικές δηλώσεις της Δαμασκού, καθ’ όλη τη διάρκεια της τουρκικής επιχείρησης “Κλάδος Ελαίας”. Ακριβέστερα: η ρωσική πλευρά φρόντισε να αποσύρει το απόσπασμά της που προηγουμένως στάθμευε για συμβολικούς λόγους στην περιοχή του Αφρίν, ώστε να ξεκινήσει η τουρκική επίθεση.
Όλα αυτά διότι Άγκυρα, Μόσχα, Δαμασκός (αλλά και Βαγδάτη και Τεχεράνη) συμπίπτουν στο ότι προέχει να αντιμετωπισθεί ο κίνδυνος δημιουργίας μιας νέας αυτονομημένης κουρδικής οντότητας στην περιοχή με αμερικανική στήριξη. Πρόκειται για το εφεδρικό (σε σχέση με την αλλαγή καθεστώτος στη Δαμασκό) σχέδιο το οποίο, με την απόσχιση των βορειοανατολικών συριακών εδαφών αποβλέπει στην διακοπή της εδαφικής συνέχειας του απειλητικού για το Ισραήλ άξονα Ιράν-Ιράκ-Συρίας-Χεζμπολλάχ, αλλά και στην διηνεκή αποσταθεροποίηση της φυσικής εξόδου του κινεζικού νέου “δρόμου του μεταξιού”. Επιπλέον, η εκτεταμένη περιοχή που έφθασαν να ελέγχουν οι Κούρδοι μαχητές μετά την κατάρρευση του Ισλαμικού Κράτους είναι πετρελαιοπαραγωγός, άρα κρίσιμη για το καθεστώς Άσαντ.
Διόλου τυχαία, η επιχείρηση “Κλάδος Ελαίας” ξεκίνησε όταν ο τότε επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Ρεξ Τίλερσον ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα στηρίξουν τη δημιουργία μιας “συνοριοφυλακής” 30.000 εντοπίων στη βορειοανατολική Συρία. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ έκανε λόγο για τη δημιουργία δομών ψευδοκράτους.
Η τουρκική πλευρά επιχείρησε επιτιθέμενη να εκβιάσει την αλλαγή της αμερικανικής στάσης. Το γεωγραφικά απομονωμένο Αφρίν ήταν μια “μετωνυμία” για τα συμπαγή κουρδοκρατούμενα εδάφη ανατολικότερα, όπου όμως φιλοξενούνται τουλάχιστον 2.000 Αμερικανοί κομάντος. Το μήνυμα που θα έπρεπε να αφομοιώσουν οι Κούρδοι ήταν ότι η συμμαχία με τις ΗΠΑ δεν αρκεί.
Για τη Δαμασκό και τους συμμάχους της, πάλι, ήταν καταρχήν μεγαλύτερος ο κίνδυνος που αντιπροσώπευε το ενδεχόμενο απόσχισης ενός γηγενούς πληθυσμού, με αμερικανική στήριξη, απ’ ό,τι η παράνομη εισβολή ενός ξένου στρατού. Έτσι, η τουρκική εισβολή αντιμετωπίσθηκε ως μοχλός πίεσης για την εκ νέου υπαγωγή του Αφρίν στη δικαιοδοσία της συριακής κυβέρνησης.
Ωστόσο, οι επανειλημμένες μεσολαβητικές προσπάθειες που φέρεται να ανέλαβε η ρωσική πλευρά δεν ευοδώθηκαν. Οι Κούρδοι ιθύνοντες της πόλης προτίμησαν να ρισκάρουν την πτώση του Αφρίν, παρά τον συμβιβασμό με την Δαμασκό. Αντιθέτως, ο συμβιβασμός που εντέλει φαίνεται πως υπήρξε ήταν με την Τουρκία για την εκκένωση της πόλης από τους υπερασπιστές της.
Μπορεί η εξέλιξη αυτή να θεωρηθεί και ότι συμπυκνώνει συμβολικά όλη τη στρατηγική μυωπία του κουρδικού στοιχείου. Οι οργανώσεις του όπως το PYD, έχουν να επιλέξουν είτε την περιορισμένη αυτονομία που μπορεί να τους παραχωρήσει, με ρωσική συνηγορία, η Δαμασκός είτε την αναζήτηση μιας πάση θυσία απόσχισης, η οποία μπορεί προς το παρόν να εξυπηρετεί τους αμερικανικούς και ισραηλινούς σχεδιασμούς, αλλά προοιωνίζεται συμφορές για το ίδιο το κουρδικό στοιχείο.
Μόλις λίγους μήνες νωρίτερα η προσπάθεια άλλων κουρδικών πολιτικών δυνάμεων στο βόρειο Ιράκ να επιτύχουν την απόσχιση κατέληξαν σε χαρακτηριστική ήττα. Δεν είναι ρεαλιστικό το να περιμένει κανείς να υπερισχύσει της αντισυσπείρωσης όλων των κρατών της περιοχής.
Το ίδιο το ΡΚΚ μπόρεσε να υπάρξει, ως προστατευόμενη οργάνωση της Δαμασκού μέχρι τη σύλληψη Οτσαλάν το 1999, αξιοποιώντας τις διακρατικές αντιπαραθέσεις. Η ίδια η δημιουργία των αυτόνομων κουρδικών καντονιών στη βόρεια Συρία προέκυψε με την ανοχή του Άσαντ, από την επιλογή του να συγκεντρώσει τον στρατό του γύρω από κρισιμότερους για το καθεστώς στόχους.
Η κατάληψη του Αφρίν ασφαλώς ανοίγει το δρόμο για εθνοκάθαρση της περιοχής από την Άγκυρα και τους τζιχαντιστές συμμάχους της, αλλά και θέτει το θεμέλιο νέων συγκρούσεων, αυτή τη φορά με τη Δαμασκό και τους προστάτες της. Παρότι ονομάσθηκε “αντιτρομοκρατική” η επιχείρηση “Κλάδος Ελαίας” πρόκειται, όπως και η επιχείρηση “Ασπίδα του Ευφράτη” με την αλ-Μπαμπ, να οδηγήσει σε κατοχή με μονιμότερα χαρακτηριστικά και επέκταση του τουρκικών κρατικών δομών σε συριακά εδάφη. Τα “υλικά” για τις μελλοντικές τριβές Ρωσίας-Τουρκίας βρίσκονται εδώ.
*Πηγή: capital.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας