Η κόκκινη Ρόζα των φτωχών

1499
ρόζα

«Η Κόκκινη Ρόζα χάθηκε κι αυτή / Κανείς δεν ξέρει πού το κορμί της παραχώσαν / Έλεγε την αλήθεια στους φτωχούς / Γι’ αυτό κι οι πλούσιοι τη σκοτώσαν».

Στους στίχους αυτούς του Μπέρτολντ Μπρεχτ περικλείεται όλη η ζωή της Ρόζας Λούξεμπουργκ, της μεγάλης επαναστάτριας και θεωρητικού του μαρξισμού, που γεννήθηκε σε μια μικρή πόλη της Πολωνίας στις 5 Μαρτίου 1870 και δολοφονήθηκε στο Βερολίνο στις 15 Ιανουαρίου 1919.

Από εβραϊκή μεσοαστική οικογένεια, η Ρόζα θα συνδεθεί από τα εφηβικά της χρόνια, σε ηλικία μόλις 16 ετών, με το εργατικό επαναστατικό κίνημα και θα αφιερώσει τη ζωή της στην υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης της εργατικής τάξης.

Δρώντας στις γραμμές του πολωνικού και αργότερα του γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, σε μια εποχή που η σοσιαλδημοκρατία αποτελούσε την πολιτική έκφραση του μαρξισμού, θα συνδυάσει την έντονη επαναστατική πολιτική της δραστηριότητα με την εμβάθυνση της μελέτης της επαναστατικής θεωρίας, την οποία αντιμετώπιζε ως επιστημονική διαδικασία μελέτης των ταξικών – κοινωνικών αντιθέσεων. Κατά συνέπεια, την εκλάμβανε πάντα ως υποκείμενη σε διαρκή ανάπτυξη, σε αντίθεση με την αντίληψη της δογματικής αποστέωσης και κωδικοποίησης, που κυριαρχούσε στη σκέψη των τότε «ιερών τεράτων» του μαρξισμού της Β΄ Σοσιαλιστικής Διεθνούς.

Έτσι, δεν θα διστάσει να έρθει σε αντιπαράθεση, όχι μόνο με τον απροκάλυπτο «ρεφορμισμό» που προωθούσαν θεωρητικοί όπως ο Έντουαρντ Μπερνστάιν, αλλά και με τον συγκαλυμμένο, που κυριαρχούσε στην πρακτική των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, τα οποία αντιμετώπιζαν τον σοσιαλιστικό κοινωνικό μετασχηματισμό ως ομαλή, λίγο-πολύ, μετεξέλιξη του καπιταλισμού, μέσα από την επέκταση της καπιταλιστικής ανάπτυξης και την κοινοβουλευτική τους ισχυροποίηση.

Κατά τη Λούξεμπουργκ, ήδη από τη δεκαετία του 1900, ο μεν καπιταλισμός είχε όριο ανάπτυξης την αδυναμία επέκτασής του μετά από την ολοκλήρωση της κυριαρχίας του σ’ ολόκληρο τον πλανήτη, ενώ ο σοσιαλισμός θα ήταν αποτέλεσμα της προλεταριακής επανάστασης, που θα είχε ως κύρια μορφή τη γενική απεργία για την ανατροπή της αστικής εξουσίας.

Η άποψή της αυτή, χαρακτηριστική των επιρροών από τη γραμμική και οικονομίστικη αντίληψη που κυριαρχούσε στο έργο των θεωρητικών στους οποίους αντιπαρατιθόταν (με πιο σημαντικό τον Καρλ Κάουτσκι), την εμπόδισε να κατανοήσει τη νέα πραγματικότητα του ιμπεριαλισμού, όπως και τις διαδικασίες ανισόμερης και ανισόμετρης ανάπτυξης. Κατά συνέπεια, δεν μπορούσε να κατανοήσει και την ιδιαίτερη βαρύτητα που είχε το ζήτημα των εθνικών αντιθέσεων.

Θεωρώντας πως η αναφορά στο ζήτημα της εθνικής αυτοδιάθεσης και οι αγώνες για την κατάκτησή της, αποπροσανατόλιζαν το εργατικό κίνημα και αλλοίωναν τον διεθνιστικό του χαρακτήρα, θα αντιταχθεί στην τοποθέτηση των Πολωνών μαρξιστών υπέρ της απελευθέρωσης της κατεχόμενης από την τσαρική Ρωσία χώρας τους.

Καθώς η ιστορική συγκυρία της έκρηξης του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου θα σηματοδοτήσει την κρίση της σοσιαλδημοκρατίας, με την εγκατάλειψη από το μεγαλύτερο μέρος της ηγεσίας της των αντιπολεμικών διεθνιστικών διακηρύξεων, η Ρόζα Λούξεμπουργκ θα βρεθεί, μαζί με τον Καρλ Λίμπκνεχτ και άλλους συνεπείς μαρξιστές επαναστάτες, επικεφαλής της μειοψηφίας του γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, που αντιτάχθηκε στον πόλεμο.

Η τοποθέτησή της αυτή θα έχει ως συνέπεια τη φυλάκισή της το 1916, μέχρι το ξέσπασμα της Γερμανικής Επανάστασης του Νοέμβρη 1918 και τον τερματισμό του πολέμου.

Ως μέλος της ηγεσίας της επαναστατικής αντιπολεμικής οργάνωσης του Σπάρτακου, θα συμμετάσχει στην ίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, τον Ιανουάριο 1919, και παρόλο που θα εκφράσει τη διαφωνία της με την εξέγερση κατά της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης –θεωρώντας την πρόωρη και καταδικασμένη σε αποτυχία-, θα πάρει μέρος σ’ αυτήν. Με την καταστολή της θα δολοφονηθεί, μαζί με τον Λίμπκνεχτ και θα αναδειχθεί σε σύμβολο της εργατικής τάξης και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.

Προσηλωμένη σε μια βαθιά δημοκρατική αντίληψη για τη δομή και λειτουργία του εργατικού επαναστατικού κόμματος και της σχέσης κόμματος και εργατικής τάξης, η Λούξεμπουργκ θα εκφράσει την αντίθεσή της στις απόψεις του Λένιν για τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, ενώ θα αντιταχθεί και σε πρακτικές της Οκτωβριανής Επανάστασης που χαρακτήριζε αντιδημοκρατικές.

Εντούτοις, θα υποστηρίξει την Επανάσταση και τους μπολσεβίκους έναντι των αντιπάλων τους σοσιαλδημοκρατών, καθώς για τη Λούξεμπουργκ το δίλημμα δεν ήταν μεταξύ αστικού κοινοβουλευτισμού και μπολσεβικισμού, αλλά μεταξύ συγκεντρωτικής επαναστατικής εξουσίας και εξουσίας της ίδιας της εργατικής τάξης, όπως υλοποιούνταν από τα εργατικά συμβούλια, τα σοβιέτ.

Ανεξαρτήτως της άποψης που μπορεί να έχει κάποιος για ετούτες ή τις άλλες απόψεις της, κανένας δεν θα μπορούσε να αμφισβητήσει όχι μόνο την προσήλωσή της στην υπόθεση του εργατικού κινήματος, αλλά και την τεράστια συμβολή της στην ανάπτυξη της μαρξιστικής θεωρίας, μέσω των ζητημάτων που έθετε προς συζήτηση.

*Ο Γιώργος Αλεξάτος είναι ιστορικός, ερευνητής, συγγραφέας

**Πηγή: ergasianet.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας