Το περασμένο Σάββατο εργαζόμενοι της ΛΑΡΚΟ πραγματοποίησαν συλλαλητήριο ενάντια στην διαχρονική επιδίωξη της κυβέρνησης της ΝΔ για το ξεπούλημα της. Ανυποχώρητοι μετά από 22 μήνες κινητοποιήσεων διαφόρων μορφών αγωνίζονται για να διασφαλιστεί η συνέχιση της λειτουργίας της ΛΑΡΚΟ, οι θέσεις εργασίας τους και η καταβολή των δεδουλευμένων τους. Οι εργάτες της ΛΑΡΚΟ έχουν μακρές αγωνιστικές παραδόσεις που ξεκινούν από το 1977, όταν 900 εργάτες της στη Λάρυμνα ξεκίνησαν απεργία που κράτησε 110 μέρες. Εκείνος ο αγώνας νίκησε όταν οι εργάτες με την ενότητα τους και την αλληλεγγύη της τάξης και των κατοίκων της περιοχής άντεξαν στην συντονισμένη επίθεση συκοφάντησης και καταστολής που εξαπέλυσε η κυβέρνηση, η εργοδοσία και τοπικοί παρακρατικοί μηχανισμοί με συλλήψεις απεργών, τρομοκρατία, και συνεχείς προβοκάτσιες. Οι εργάτες υποχρέωσαν την εργοδοσία να υποχωρήσει και να δώσει να δώσει 17% αύξηση, 15.00 δραχμές οικονομική ενίσχυση και επαναπρόσληψη των απολυμένων.
Από τότε μέχρι σήμερα πέρασαν 44 χρόνια. Ο αρχικός ιδιωτικός χαρακτήρας της εταιρίας μετατράπηκε σε δημόσιο κι όταν σταμάτησαν τα θαλασσοδάνεια και τα δανεικά και αγύριστα στον Μποδοσάκη, έγινε αυτό που συνέβη στις περισσότερες μεγάλες βιομηχανίες της χώρας: Οι ιδιοκτήτες απλά τα μάζεψαν και έφυγαν αφήνοντας πίσω τους απαρχαιωμένες εγκαταστάσεις και βουνά από χρέη. Το μεγαλύτερο κομμάτι της παραγωγικής βάσης της χώρας μπήκε στις «προβληματικές» και αργά ή γρήγορα καταστράφηκε. Σήμερα η μετοχική σύνθεση της εταιρίας είναι 55,19% Ελληνικό Δημόσιο (ΤΑΙΠΕΔ), 33,36 % Εθνική Τράπεζα και 11,45 % ΔΕΗ.
Η ΛΑΡΚΟ δεν ακολούθησε την μοίρα των άλλων μεγάλων βιομηχανιών της χώρας γιατί ήταν και είναι η μοναδική εταιρεία παραγωγής νικελίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση με τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης αφού η χώρα μας έχει στο υπέδαφός της το 90% των συνολικών κοιτασμάτων νικελίου της Ευρώπης. Η ΛΑΡΚΟ δε είναι η μοναδική επιχείρηση στην ΕΕ συνεχούς πυράς που παράγει σιδηρονικέλιο μέσα από την επεξεργασία δικών της εγχώριων μεταλλευμάτων. Καλύπτει το 6% των αναγκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το 3% των παγκόσμιων αναγκών.
Τώρα, πώς γίνεται αυτή η εταιρία να είναι χρεοκοπημένη και να βγαίνει στο σφυρί για ψίχουλα, είναι ένα ερώτημα που για να το απαντήσει κάποιος πρέπει να ανατρέξει στις πολιτικές όλων των κυβερνήσεων τα τελευταία 30 χρόνια, που την αντιμετώπιζαν όπως έξαλλου και άλλες επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας για την βιομηχανία της χώρας σαν «κουβά χωρίς πάτο» που καταβροχθίζει το λεφτά των φορολογούμενων (συνολικά χρέη περίπου 600 εκατομμυρίων σε ΔΕΗ, σε πρόστιμα για παράνομες κρατικές ενισχύσεις και ρύπανση, περιβαλλοντικές παραβάσεις κ.λπ.). Εδώ κάποιος θα μπορούσε να παρατηρήσει ότι τα χρέη δεν έχουν να κάνουν με τις λειτουργικές δαπάνες της εταιρίας αφού στην πραγματικότητα όπως αποδεικνύουν οι εργαζόμενοι σε φυλλάδιο που κυκλοφόρησαν με τίτλο Κάτω τα χέρια από την ΛΑΡΚΟ. Ο ορυκτός πλούτος ανήκει στο λαό και δεν ξεπουλιέται η ΛΑΡΚΟ είναι μια κερδοφόρα επιχείρηση.
Για τα χρέη που συσσωρεύτηκαν δεν ευθύνονται οι εργαζόμενοι και ο δημόσιος χαρακτήρας της επιχείρησης αλλά η κακοδιαχείριση των κατά καιρούς Γκόλντεν Μπόις που διόριζαν οι κυβερνήσεις. Επίσης, τα χρέη των 350 εκατομμυρίων στην ΔΕΗ προήλθαν κυρίως από το γεγονός ότι η ΛΑΡΚΟ διαχρονικά πλήρωνε την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας παραπάνω από άλλες ενεργοβόρες επιχειρήσεις! Ενώ, το 2006 με κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, η ήδη αυξημένη τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας για τη ΛΑΡΚΟ διπλασιάστηκε!
Την περίοδο 2005 – 2007 η ΛΑΡΚΟ καταγράφει πάνω από 400 εκατομμύρια διαφυγόντα κέρδη επειδή η διοίκηση που είχε διορίσει η Νέα Δημοκρατία είχε προπωλήσει το προϊόν στους πελάτες της ΛΑΡΚΟ στη μισή τιμή από τις τιμές που είχε το νικέλιο εκείνη την περίοδο. Είχε 50.000 δολάρια ανά τόνο και πούλαγε με 25.000 δολάρια ανά τόνο. Κάτω ακόμη κι από το κόστος παραγωγής της επιχείρησης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η εταιρεία να καταγράψει ζημιά άνω των 350 εκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα με τον επίσημο ισολογισμό χρήσεως 2006 και 2007. Το 2008 η ζημιά ανήλθε στα 150 εκατομμύρια!
Η τραγική αυτή διαχείριση οδήγησε την τότε κυβέρνηση στην απομάκρυνση της διοίκησης της εταιρίας. Νέος πρόεδρος του Δ.Σ ανέλαβε ο Θεόδωρος Σκρέκας, πολιτευτής και πρώην βουλευτής της ΝΔ πατέρας του σημερινού υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωνσταντίνου Σκρέκα (όλα έχουν την εξήγηση τους τελικά…). Από εκείνο το σημείο και μετά αρχίζει το μεγάλο φαγοπότι. Το πρώτο πράγμα που έκανε ο νέος πρόεδρος του Δ.Σ. ήταν να αυξήσει την αμοιβή του από τις 7.000 ευρώ στις 9.000 ενώ στην συνέχεια άρχισε να διορίζει όλους τους συγγενείς του μέχρι 5ου βαθμού με εξωφρενικούς μισθούς που ξεκινούσαν από 4.000 ευρώ. Τους μέχρι τότε 14 διευθυντές τους έκανε 52 σε μια νύχτα με μισθούς που κυμαινόταν από 5.000 έως και 10.000 ευρώ μηνιαίως, με πολυτελή εταιρικά αυτοκίνητα και πιστωτικές κάρτες για τα ψώνια τους. Αφού βόλεψε συγγενείς και φίλους συνέχισε με την εκλογική του πελατεία όχι μόνο την δική του αλλά και άλλων βουλευτών της ΝΔ. Την περίοδο 2013-2014, όταν αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών ήταν ο βουλευτής Φθιώτιδας Χρήστος Σταϊκούρας έγιναν και 252 προσλήψεις «δικών τους παιδιών». Όπως ήταν φυσικό τα έξοδα διοικητικής λειτουργίας εκτινάχθηκαν κατά 252% βυθίζοντας ακόμα περισσότερο στα Τάρταρα την οικονομική κατάσταση της εταιρίας.
Το επόμενο «χτύπημα» στην εταιρία επέρχεται το 2013 όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού απαγορεύει την χρηματοδότηση της εταιρίας από το κράτος και επιβάλει πρόστιμο 135 εκατομμυρίων ευρώ, για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου και για το γεγονός ότι το ελληνικό δημόσιο μπήκε εγγυητής σε δάνειο που είχε ήδη αποπληρώσει η ΛΑΡΚΟ. Όπως σημειώνει ο οικονομολόγος Λεωνίδας Βατικιώτης σε άρθρο του με τίτλο Δίνουν στη ΛΑΡΚΟ τη χαριστική βολή «Τόσο οι προηγούμενες όσο και η σημερινή κυβέρνηση αφήνουν να κρέμεται πάνω από την ΛΑΡΚΟ η απειλή ενός εξοντωτικού προστίμου, ύψους 136 εκατ. ευρώ, που δεν είναι μόνο αυθαίρετο, είναι και γελοίο. Το πρόστιμο αφορά τη συμμετοχή του δημοσίου σε μια αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας και την εγγύηση ενός τραπεζικού δανείου που είχε λάβει, το οποίο αποπληρώθηκε. Η ΕΕ το θεωρεί ωστόσο κρατική ενίσχυση που νοθεύει τον ανταγωνισμό και απαιτεί από την κυβέρνηση να το ανακτήσει, μαζί μάλιστα με τους τόκους. Η απόφαση αυτή είναι σκανδαλώδης για τρεις λόγους: Πρώτον, επειδή δεν επρόκειτο για ενίσχυση αλλά για εγγύηση που ποτέ δεν κατέπεσε. Δεύτερον, επειδή αν η ΛΑΡΚΟ περάσει σε ιδιώτη το πρόστιμο θα παραγραφεί, πράγμα που σημαίνει ότι οι κρατικές ενισχύσεις επιτρέπονται σε ιδιώτες αλλά απαγορεύονται σε δημόσιες εταιρείες… Ο τρίτος λόγος είναι πέραν των άλλων… πρωτότυπος. Η ΛΑΡΚΟ κατηγορείται ότι νοθεύει τον ανταγωνισμό, αξιοποιώντας δηλαδή κρατικά κεφάλαια βελτιώνει τη θέση της έναντι ανταγωνιστικών εταιρειών που παλεύουν να επιβιώσουν στηριζόμενες σε ίδιες δυνάμεις. Ανταγωνισμός όμως δεν… υπάρχει ούτε στην Ελλάδα ούτε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μιας και είναι η μοναδική μεταλλευτική εταιρεία που παράγει σιδηρονικέλιο από εγχώρια μεταλλεύματα. Βλάπτει επομένως έναν ανταγωνισμό που δεν υφίσταται!»
Η συνέχεια είναι γνωστή όπως και με άλλες επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας. Οι πολιτικές και οι ευθύνες που τις ακολουθούν περνάνε στην λήθη και αρχίζει το γνωστό σενάριο: πρώτα η απαξίωση δια μέσου των κατεστημένων ΜΜΕ με δημοσιεύματα που παρουσιάζουν μια μονοδιάστατη εικόνα χρεών κρύβοντας επιμελώς τις αναπτυξιακές δυνατότητες της εταιρίας, όπως έγινε με τα ναυπηγεία, τη ΔΕΗ, την Ολυμπιακή κ.λπ. Στην συνέχεια ο «εθνικός εκκαθαριστής» Χατζηδάκης έρχεται για να τελειώσει την δουλειά χύνοντας ποταμούς δακρύων για τα λεφτά των φορολογουμένων, ενώ για τα εκατομμύρια στην COSCO για να φτιάξει την προβλήτα της στον Πειραιά, ή τα εκατομμύρια ευρώ που πήρε η γερμανική LUFTHANSA σαν ενίσχυση για τις συνέπειες της πανδημίας, εκεί τα δάκρυα του για τα λεφτά των φορολογουμένων μετατρέπονται σε θριαμβολογίες για τις επενδύσεις. Δύο μέτρα και δύο σταθμά…
Καθώς φαίνεται η ΛΑΡΚΟ οδεύει προς ιδιωτικοποίηση μέσα στον Νοέμβριο όπως γράφεται στον οικονομικό Τύπο («Αγώνας δρόμου για πώληση της ΛΑΡΚΟ εντός του Νοεμβρίου»). Ενώ, το τελευταίο πράγμα που τους ενδιαφέρει είναι το τι θα γίνουν οι 1.200 μόνιμοι εργαζόμενοι και άλλοι τόσοι εργολαβικοί που δούλευαν μέχρι τώρα με μειωμένους μισθούς κατά 25%. Εργαζόμενοι με χρόνια δουλειάς στα 60 και στα 62 που είδαν 75 συνάδελφους τους να αφήνουν την τελευταία τους πνοή στα λαγούμια πετιούνται στον δρόμο με κίνδυνο να μην τους καταβληθούν ακόμα και οι αποζημιώσεις αφού κάποιοι από τους λεγόμενους «επενδυτές» για να συμμετάσχουν στο επενδυτικό σχήμα (Mytilineos, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ σε κοινοπραξία με την AD Holdings και η Commodity & Mining Insight UK) απαιτούν να κηρυχτεί η εταιρία σε πτώχευση. Από την άλλη, ο Χατζηδάκης παίρνοντας το μήνυμα δηλώνει πως η εταιρία θα παραδοθεί σε αυτούς «απαλλαγμένη από τα βάρη του παρελθόντος, με βιώσιμους όρους και δημιουργία αξίας για την ελληνική οικονομία».
Οι εργαζόμενοι και οι τοπικές κοινωνίες στη Φθιώτιδα, τη Βοιωτία και την Εύβοια είναι σίγουρο πως θα κλιμακώσουν τους αγώνες τους. Δεν είναι έξαλλου η πρώτη φορά που χαλάνε τα σχέδια των κατά καιρούς κυβερνήσεων οι οποίες δεκαετίες τώρα επιδιώκουν την ιδιωτικοποίηση της εταιρίας. Ο μέχρι τώρα αγώνας τους αντέχει στις επιθέσεις συκοφάντησης και απαξίωσης με καθολική ενότητα γύρω από τους στόχους για την εξασφάλιση της ενιαίας λειτουργίας της ΛΑΡΚΟ, την ανάπτυξή της, τον εκσυγχρονισμό της, την διασφάλιση των θέσεων εργασίας με όρους μόνιμης και σταθερής δουλειάς για όλους τους εργαζόμενους και την βελτίωση των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας.
Το 1977 όταν σε εκείνη την απεργία νίκησαν οι εργαζόμενοι, σε ανακοίνωσή του το Σωματείο τους σημείωνε: «Τα οφέλη από τη νίκη δεν είναι αυτά, που βλέπουμε στα οικονομικά. Είναι αυτά, που θα έρχονται και θα φαίνονται κάθε μέρα από σήμερα. Και δεν ανήκουν μόνο σε εμάς. Ανήκουν σε όλους τους εργάτες. Τους τα προσφέρουμε μαζί με τις θερμότερες ευχές και ευχαριστίες μας, σαν ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης για την καθ’ οιονδήποτε τρόπο συμβολή τους στη νίκη μας».
Σήμερα, η συνέχεια αυτού του μεγαλειώδους αγώνα παίρνει νέο περιεχόμενο όπως φαίνεται από την δήλωση του πρόεδρου του Συνδικάτου Μετάλλου Νομού Φθιώτιδας, Παναγιώτη Πολίτη: «Η τελική μάχη θα μεταφερθεί στα εργοτάξια της ΛΑΡΚΟ. Εκεί μέσα που έχουμε χύσει τον ιδρώτα μας, έχουμε χάσει συναδέλφους μας, έχουμε αρρωστήσει. Εκεί που δένεται το ατσάλι θα περιμένουμε κυβερνήσεις και επενδυτές. Δεν θα βρουν σπιθαμή γης να στεριώσουν αν δεν διασφαλιστούν τα δίκαια, ρεαλιστικά και τίμια αιτήματά μας».
Αυτές τις παρακαταθήκες το ταξικό εργατικό κίνημα μπορεί και σήμερα να τις έχει οδηγό στους νέους μεγάλους αγώνες που θα έρθουν. Η πείρα από τους πρόσφατους νικηφόρους αγώνες των Ντελιβεράδων και στην Cosco αυτό δείχνει.