Τα πρώτα σύννεφα στις τουρκοϊσραηλινές σχέσεις εμφανίστηκαν το 2007, με αφορμή την ανακήρυξη της κυπριακής ΑΟΖ και σε συνδυασμό με την ανακάλυψη των ισραηλινών κοιτασμάτων φυσικού αερίου.
Το τελευταίο διάστημα διέρρευσαν στα διεθνή μέσα ενημέρωσης πληροφορίες που φέρουν την Τουρκία να αναβαθμίζει τη διπλωματική της εκπροσώπηση στο Ισραήλ, επανατοποθετώντας τον πρέσβη της στο Τελ Αβίβ.
Η θέση αυτή παραμένει κενή από τα μέσα Μαΐου του 2018, όταν η Αγκυρα υποβάθμισε τις σχέσεις της με το Ισραήλ, διαμαρτυρόμενη για την απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να μεταφέρει την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ιερουσαλήμ.
Το διάταγμα Ερντογάν και τα σενάρια
Ο έγκυρος αγγλόφωνος αραβικός ιστότοπος Al-Monitor παρέθεσε λεπτομερές βιογραφικό του φερόμενου υπό τοποθέτηση νέου τούρκου πρέσβη στο Τελ Αβίβ. Μάλιστα, η φερόμενη απόφαση να προτιμηθεί για το συγκεκριμένο πόστο ένας 40χρονος εμπειρογνώμονας – εξαιρετικά φιλικός προς τις παλαιστινιακές θέσεις – και όχι ένας διπλωμάτης καριέρας, δεν θα ήταν τυχαία. Η διακυβέρνηση Ερντογάν θέλει να διατηρήσει τις επικοινωνιακές ισορροπίες με την Παλαιστινιακή Αρχή στη Ραμάλα και με τη Χαμάς στη Γάζα.
Ενώ η συγκεκριμένη πληροφορία δεν επιβεβαιώνεται, ούτε διαψεύδεται από την Αγκυρα ή την Ιερουσαλήμ, η σαουδαραβική εφημερίδα «Arab News» αναφέρει ότι οριστικοποιήθηκε το περιεχόμενο σχετικού προεδρικού διατάγματος περί τοποθέτησης 54 πρέσβεων της Τουρκίας στο εξωτερικό, χωρίς όμως να συμπεριλαμβάνεται το πόστο του Τελ Αβίβ. Από την άλλη, η ισραηλινή «Haaretz» θεώρησε δεδομένη τη συγκεκριμένη τοποθέτηση, αποφεύγοντας να αποκαλύψει τις πηγές της.
Πάντως, μέχρι τώρα, το πολυδιαφημισμένο διάταγμα του προέδρου Ερντογάν περί των 54 (συν μίας;) τοποθετήσεων πρέσβεων δεν έχει δημοσιευθεί στην τουρκική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατά το τελευταίο δεκαήμερο, το μοναδικό προεδρικό διάταγμα που σχετίζεται με τη διπλωματική υπηρεσία είναι το υπ’ αριθμόν 3283/9.122020 και δημοσιεύθηκε την επομένη ημέρα, στο φύλλο 31330 της τουρκικής ΕτΚ, διά του οποίου ορίζονται ως non-resident πρέσβεις στη Ζάμπια, στη Σιέρα Λεόνε, στην Ουγκάντα και στο Λάος οι ήδη τοποθετημένοι τούρκοι πρέσβεις στην Πραιτόρια, στο Λάγκος, στο Ναϊρόμπι και στην Μπανγκόκ αντίστοιχα.
Το αμυντικό δόγμα του Ισραήλ
Αυτή είναι η μοναδική πραγματική είδηση. Αυτή η σημαντική λεπτομέρεια θα έπρεπε να είχε επισημανθεί από τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης – πλην όμως, κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ. Δεν είναι η πρώτη φορά βέβαια που τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης αναπαράγουν πληροφορίες που φέρουν το Ισραήλ και την Τουρκία να εξομαλύνουν τις σχέσεις τους εις βάρος των ελληνοϊσραηλινών σχέσεων. Μία τέτοια εξέλιξη εμφανίζεται περίπου ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Υστερα όμως από 10 χρόνια στενών σχέσεων μεταξύ Αθήνας και Ιερουσαλήμ, ήρθε η στιγμή να αποκρυσταλλωθούν κάποια βασικά συμπεράσματα.
Πράγματι, από το 1948 έως και το 2010, το ισραηλινό αμυντικό δόγμα βασιζόταν στην τουρκική ασπίδα ασφαλείας εν μέσω μιας εχθρικής αραβικής Μέσης Ανατολής. Ο ρόλος της Τουρκίας αναβαθμίστηκε ακόμα περισσότερο όταν το 1979 επικράτησε η Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράν. Τόσο πριν, όσο και μετά το 1979, ο άξονας Τουρκίας – Ισραήλ παρέμενε ισχυρός, ανεξάρτητα από τους κανόνες του διπλωματικού πρωτοκόλλου. Απόδειξη: Η θέση του τούρκου πρέσβη στο Τελ Αβίβ παρέμενε κενή από την Κρίση του Σουέζ το 1956 μέχρι το 1994, αφού πλέον υπεγράφησαν οι Συμφωνίες του Οσλο.
Τα πρώτα σύννεφα
Τα πρώτα σύννεφα στις τουρκοϊσραηλινές σχέσεις εμφανίστηκαν το 2007, με αφορμή την ανακήρυξη της κυπριακής ΑΟΖ και σε συνδυασμό με την ανακάλυψη των ισραηλινών κοιτασμάτων φυσικού αερίου. Απαραίτητη προϋπόθεση για την προσέλκυση επενδυτών ήταν ο σαφής καθορισμός θαλασσίων ζωνών. Η τήρηση της διεθνούς νομιμότητας ήταν το ζητούμενο. Με άλλα λόγια: Η πλήρης αποκατάσταση της εδαφικής κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ετσι, η Αγκυρα εξέλαβε ως προδοσία σχετικές δηλώσεις του Σιμόν Πέρες, ότι δηλαδή οι δύο χώρες θα μπορούν να συνεχίσουν την αγαστή τους συνεργασία για την απόκρουση του αραβικού και ιρανικού κινδύνου – κατατάσσοντας εκτός τουρκοϊσραηλινής ατζέντας το θέμα των υδρογονανθράκων.
Φυσικό αέριο και… νομιμότητα
Από την άλλη όμως, το Ισραήλ δεν ήταν διατεθειμένο να θεωρείται από τη διεθνή κοινότητα ως ένα κράτος που αψηφά τη διεθνή νομιμότητα υπό την εξής έννοια: ανεξάρτητα από τις προϋποθέσεις νομιμότητας που έθεσαν οι διεθνείς επενδυτές φυσικού αερίου, το Ισραήλ, υπογράφοντας με τον παλαιστίνιο ηγέτη Γιασέρ Αραφάτ τις Συμφωνίες του Οσλο, ουσιαστικά αποτίνασσε από πάνω του την κατηγορία του «κράτους-κατακτητή». Ετσι, οι κατά κόσμον «Κατεχόμενη Δυτική Οχθη» και «Λωρίδα της Γάζας» μετονομάσθηκαν σε περιοχές Α, Β και C, ενώ η μοίρα της «Κατεχόμενης Ανατολικής Ιερουσαλήμ» συμφωνήθηκε από Ισραηλινούς και Παλαιστινίους ότι θα συζητηθεί σε ύστερο στάδιο.
Παράλληλα, το 2000 το Ισραήλ αποχώρησε από τον Νότιο Λίβανο και πέντε χρόνια αργότερα και από τη Γάζα. Παρότι ανεφάρμοστες σε καίρια σημεία τους, οι Συμφωνίες του Οσλο νομικά ισχύουν. Η ισραηλινή παρουσία στις περιοχές B και C και η θεσμική συνεργασία των ισραηλινών υπηρεσιών ασφαλείας με τις αντίστοιχες υπηρεσίες της Παλαιστινιακής Αρχής προβλέπονται από τις Συμφωνίες του Οσλο.
Οι παγίδες της συμπόρευσης
Αντιθέτως, η Τουρκία από το 1974 μέχρι σήμερα κατέχει το 30% του εδάφους ενός κράτους-μέλους του ΟΗΕ και της ΕΕ και διατηρεί την παράνομη «ΤΔΒΚ», την οποία το Ισραήλ ουδέποτε αναγνώρισε, παρά τις άλλοτε στενές σχέσεις του με την Τουρκία. Το φυσικό αέριο της Ανατολικής Μεσογείου ήρθε να υπενθυμίσει στο Ισραήλ ότι η συμμόρφωση στη διεθνή νομιμότητα είναι μονόδρομος και ότι η συμπόρευσή του με μια «κατέχουσα Τουρκία» κρύβει πολλές παγίδες.
Ο κ. Γαβριήλ Χαρίτος είναι δικηγόρος, δρ Διεθνών Σχέσεων, ερευνητής στο Ινστιτούτο Μπεν-Γκουριόν και διδάσκει Ιστορία των Ελληνοϊσραηλινών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μπεν-Γκουριόν και στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.