«Σκληρή πόρτα»ετοιμάζεται να εφαρμόσει η Ευρωπαϊκή Ένωση απέναντι στην Κίνα, με την είσοδο του νέου χρόνου, αντιγράφοντας την οικονομική πολιτική του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Συγκεκριμένα, κι όπως αποκάλυψε το ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg, είναι σε εξέλιξη εδώ και πολύ καιρό εντατικές διαπραγματεύσεις μεταξύ του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για τη διαμόρφωση μιας νομοθεσίας που θα «σκανάρει» όλες τις άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ευρώπη που προέρχονται από την Κίνα.
Ειδικότερα, προβλέπεται η διαμόρφωση ενός πανευρωπαϊκού μηχανισμού που θα συγκεντρώνει πληροφορίες και θα αξιολογεί επενδυτικά σχέδια που στοχεύουν σε ευαίσθητους κλάδους,τεχνολογίες και υποδομές. Περιγράφονται συγκεκριμένα στα υπό συζήτηση προσχέδια οι εξής: ενέργεια, μεταφορές, επικοινωνίες, δεδομένα, διάστημα, χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, ημιαγωγοί, τεχνητή νοημοσύνη, ρομπότ, κ.α. Τι μένει; Αγροτροφικό σύστημα, όπου είναι απορίας άξιον αν γίνονται ξένες επενδύσεις έστω κι ενός ευρώ, μεταλλουργία όπου η υπερσυσσώρευση έχει χτυπήσει κόκκινο εδώ και δεκαετίες, κλπ, κλπ. Στην πράξη, συμπεριλαμβάνονται οι πιο νευραλγικοί και στρατηγικής σημασίας κλάδοι, όπου επενδύονται δισ. σε κάθε γωνιά του πλανήτη κι ο ανταγωνισμός για εφευρέσεις, πρότυπα και συνεργασίες είναι πυρετώδης.
Με βάση όσα έχουν ήδη διαρρεύσει από τον γάλλο ευρωβουλευτή Φρανκ Προυστ, στις αρμοδιότητες της υπό δημιουργία επιτροπής δεν θα συμπεριλαμβάνεται η απαγόρευση μιας επένδυσης.Το ανώτερο σημείο στο οποίο θα μπορεί να φτάσει θα είναι να σηκώνει «κόκκινη σημαία», που θα ισοδυναμεί με μια αρνητική γνωμοδότηση.
Για να δούμε τι θα συμβεί στην πράξη, αρκεί να εξετάσουμε ορισμένα πρόσφατα προηγούμενα. Για παράδειγμα, η Γερμανία έχει ήδη προβεί σε απαγορεύσεις. Με ευθεία παρέμβαση του Βερολίνου απέτρεψε την εξαγορά της γερμανικής εταιρείας κατασκευής ρομπότ Kuka από την κινέζικη Midea Group, όπως επίσης και την εξαγορά της βιομηχανίας παραγωγής εργαλειομηχανών Leifeld. Μια πιο ολοκληρωμένη γεύση ωστόσο των αλλαγών που θα σηματοδοτήσει η εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας μπορούμε να έχουμε από τις ΗΠΑ. Το πρώτο εξάμηνο του 2018 οι άμεσες ξένες επενδύσεις στη Βόρεια Αμερική ήταν μόλις 2,5 δισ. δολ., όταν στην Ευρώπη ανέρχονταν σε 20 δισ. Οι χώρες δε που κέρδισαν την μερίδα του λέοντος στην από δω μεριά του Ατλαντικού ήταν: Σουηδία (3,6 δισ.), Αγγλία (1,6 δισ.), Γερμανία (1,5 δισ.) και Γαλλία(1,4 δισ.). Η τεράστια διαφορά μεταξύ ΗΠΑ κι Ευρώπης αποδίδεται στις αποφάσεις της Επιτροπής Ξένων Επενδύσεων των ΗΠΑ, ενός δια-υπηρεσιακού πάνελ που«σκανάρει» κάθε επενδυτικό σχέδιο: από το πιο μεγάλο, μέχρι το πιο μικρό. Ο κατασταλτικός ρόλος αυτού του μηχανισμού φαίνεται αν συγκρίνουμε τις κινέζικες επενδύσεις στις ΗΠΑ ένα χρόνο πριν: 24 δισ. δολ. Η πτώση επομένως ανήλθε στο επίπεδο του 92%! Βάζοντας δε τις εξελίξεις σε μια χρονολογική σειρά, εύκολα διακρίνεται ότι το πάγωμα των επενδύσεων προηγήθηκε του εμπορικού πολέμου, η ανακοπή δηλαδή των επενδυτικών ροών λειτούργησε σαν προπομπός της ανακοπής των εμπορικών. Μένει επομένως να δούμε κατά πόσο η ανακοπή στις επενδυτικές ροές που θα σημειωθεί το 2019, όταν συγκροτηθεί η ευρωπαϊκή επιτροπή και αναλάβει καθήκοντα, θα είναι η πρώτη πράξη ενός εμπορικού πολέμου μεταξύ Ευρώπης και Κίνας που θα ξεδιπλωθεί το 2020. Κι επειδή η ιστορία μισεί τις επαναλήψεις, μένει να δούμε ποιας μορφής θα είναι η κλιμάκωση που θα ακολουθήσει…
Αξίζει ωστόσο να αντιπαραβάλλουμε τα οικονομικά τείχη που ορθώνουν ΗΠΑ και ΕΕ με τη στάση της Κίνας. Οι κριτικές που έχει κατ’ επανάληψη δεχθεί ο ασιατικός γίγαντας για βιομηχανική κατασκοπεία, κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας, αθέμιτες πρακτικές κοκ. προφανώς είναι πέρα για πέρα αληθείς. Ταυτόχρονα όμως έχει επικριθεί κι επειδή δεν ανοίγει ορισμένες επιμέρους αγορές, όπως η τραπεζική. Ενώ λοιπόν βλέπουμε να απαιτούνται συγκεκριμένα μέτρα φιλελευθεροποίησης από την Κίνα, η Δύση κλείνει ασφυκτικά τις αγορές της, επικαλούμενη λόγους εθνικής ασφάλειας. Επί της ουσίας επειδή δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό με την Κίνα.Έτσι, ΗΠΑ και ΕΕ αναιρούν στην πράξη την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, που είναι ακρογωνιαίος λίθος του νεοφιλελευθερισμού, όταν διαπιστώνουν πώς σε μια εξαιρετική περίπτωση αυτοί που ορίζουν τους κανόνες της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης δεν είναι από τη μεριά του κερδισμένου. Δε συμβαίνει και τόσο συχνά, ενώ χαμόγελα προκαλούν τα σχόλια που συνήθως εκ παραδόσεως συνοδεύουν όσους αντιτίθενται στο άνοιγμα των αγορών:από ξεπερασμένους δεινόσαυρους μέχρι εχθρούς της προόδου! Θα τα ακούσουμε άραγε και τώρα;
Η επιτροπή εξέτασης των κινέζικων επενδύσεων εγκυμονεί ακόμη νέους είδους κινδύνους που δεν προέρχονται από το εξωτερικό και δη την Κίνα. Ο γάλλος ευρωβουλευτής Φρανκ Προυστ που είναι ο επικεφαλής διαπραγματευτής εκ μέρους του ευρωκοινοβουλίου αιτιολόγησε την ανάγκη πανευρωπαϊκού συντονισμού εξ αιτίας των απειλών που μπορεί να δημιουργηθούν για μια άλλη χώρα από μια κινέζικη επένδυση που θα γίνει σε μια χώρα όπου πράγματι δεν υφίσταται απειλή. Εδώ όμως ενδέχεται να δημιουργηθούν μεροληψίες σε βάρος μικρότερων χωρών. Ας εξετάσουμε για παράδειγμα τα λιμάνια.
Η άποψη του γράφοντα παραμένει σταθερή από το 2008, πώς η επένδυση της Cosco στον Πειραιά είναι νεοαποικιακού χαρακτήρα κι επιζήμια για την οικονομία, τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής και τις εργασιακές σχέσεις του προσωπικού του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας. Ας υποθέσουμε όμως ότι η συμφωνία πράγματι ήταν οικονομικά κερδοφόρα, ευρύτερα επωφελής κι έχαιρε κοινωνικής συναίνεσης.Παραπέρα, ήταν τόσο φιλόδοξα τα επενδυτικά σχέδια ώστε να απειλούταν η πρωτοκαθεδρία του Ρότερνταμ. Ποια στάση θα τηρούσε στην επιτροπή αξιολόγησης κινέζικων επενδύσεων η Ολλανδία, μιας και θα είχε κάθε συμφέρον από την ακύρωση της εξαγοράς, για να μην αμφισβητηθεί η δεσπόζουσα θέση που κατέχει;
Πηγή: Εφημερίδα Νέα Σελίδα