Για μια ακόμη φορά, η Εργατική Τάξη της χώρας πληροφορήθηκε την συμφωνία για την υπογραφή της νέας Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) από τα δελτία τύπου της ΓΣΣΕ και τα ΜΜΕ. Κανένα όργανο της ΓΣΕΕ δεν συνεδρίασε, καμιά πρωτοβουλία για συζήτηση με τις ομοσπονδίες και τα εργατικά κέντρα δεν πάρθηκε από την πλευρά της Συνομοσπονδίας, προκειμένου έστω να συνδιαμορφωθεί το πλαίσιο που θα κατέθετε η ΓΣΕΕ στο πλαίσιο του «διαλόγου» με τους εργοδότες, και κυρίως τίποτα δεν έγινε αντικείμενο αγωνιστικής διεκδίκησης από τα συνδικάτα και τους εργαζόμενους.
Για μια ακόμη φορά, η ΕΓΣΣΕ αντιμετωπίζεται από την ηγεσία της ΓΣΕΕ σαν μια γραφειοκρατική διεκπεραίωση και σαν μια ετήσια υποχρέωση που έχει να συνυπογράψει ένα λευκό χαρτί.
Η εργοδοτική και διαχρονικά κυβερνητική πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, που σ’ όλη τη μνημονιακή περίοδο διευκόλυνε, ανέχθηκε και πολλές φορές δικαιολόγησε τις μνημονιακές περικοπές, συναινώντας με τις κυβερνήσεις για το χαρακτήρα της κρίσης στη χώρα μας και θεωρώντας ότι είναι δημοσιονομική και όχι κρίση του συστήματος, με πιο χαρακτηριστική την ταύτισή της με τις δυνάμεις του ντόπιου και ευρωπαϊκού πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου, στο δημοψήφισμα τον Ιούλη του 2015, είναι προφανές ότι δεν εκπροσωπεί την Εργατική Τάξη.
Η ΕΓΣΣΕ αυτή είναι μια απλή αντιγραφή όλων όσα ήταν καταγεγραμμένα στην προηγούμενη συλλογική σύμβαση, χωρίς καμία οικονομική διεκδίκηση και χωρίς καμιά προσπάθεια – έστω και σταδιακής – επαναφοράς των δικαιωμάτων που έχουν απολεσθεί στη μνημονιακή περίοδο.
Η διαδικασία υπογραφής της ΕΓΣΣΕ είναι προφανές ότι δεν έχει καμιά σχέση με συναντήσεις κορυφής και δελτία Τύπου. Πρωτίστως, αποτελεί πεδίο ταξικής αντιπαράθεσης μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών και σ’ αυτό η ηγεσία της ΓΣΕΕ βαθμολογείται κάτω του μηδενός, αφού δεν επεδίωξε με κανένα τρόπο και κανένα μέσο να θέσει ένα πλαίσιο διεκδικήσεων με βάση τις ανάγκες των εργαζομένων και να το κάνει αντικείμενο διεκδίκησης και πάλης.
Η στάση αυτή της ηγεσίας της ΓΣΕΕ δίνει συγχωροχάρτι στην κυβέρνηση, η οποία σκίζει τα ιμάτιά της «αγωνιζόμενη» δήθεν για την επαναφορά των ΣΣΕ, όταν στοιχειωδώς δεν αποκαθιστά τον κατώτατο μισθό και το μεροκάματο στο ύψος των 751€, όταν συνεχίζεται ο διαχωρισμός μεταξύ εργαζομένων πάνω και κάτω των 25 ετών, όταν διαπραγματεύεται με τους δανειστές την καθιέρωση του υποκατώτατου μισθού, της απελευθέρωσης των ομαδικών απολύσεων και του περιορισμού των συνδικαλιστικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Η ηγεσία αυτή της ΓΣΕΕ αφήνει το πεδίο ελεύθερο στους εργοδότες να καταπατούν ακόμα και τα εναπομείναντα δικαιώματα των εργαζομένων, να αυξάνουν την κερδοφορία τους, να διευρύνουν τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις και τη «μαύρη» εργασία, να τρομοκρατούν και να εκβιάζουν τους εργαζόμενους.
Ταυτόχρονα, ανοίγει το θέμα της σύστασης Εθνικού Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης, αντί να αγωνιστεί για την επαναφορά το δημόσιου, κοινωνικού και αναδιανεμητικού χαρακτήρα της κοινωνικής ασφάλισης, με καθορισμένες εισφορές και παροχές και με την εγγύηση του κράτους
Σήμερα είναι αναγκαίο όσο ποτέ να υπάρξει ένας αγωνιστικός συντονισμός από Πρωτοβάθμια Σωματεία, Εργατικά Κέντρα και Ομοσπονδίες, σε συνεργασία με τα συνδικάτα του δημοσίου και όλα τα πληττόμενα από τα μνημόνια στρώματα, τους αγρότες, τους μικρομεσαίους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αυτοαπασχολούμενους. Ένας συντονισμός που θα ηγηθεί του αγώνα για την κατάργηση των μνημονίων, την επαναφορά και διεύρυνση των μισθών και των κοινωνικών δικαιωμάτων, θα εμπνεύσει τους εργαζόμενους και την ελληνική κοινωνία και θα φωνάξει βροντερά ότι η φτώχεια, η εξαθλίωση και η μετανάστευση της νέας γενιάς δεν είναι μονόδρομος.