Η Γερμανία μπορεί να επιβάλλει λιτότητα σε όλη την Ε.Ε και να κλείνει τη στρόφιγγα της ροής κοινοτικών κεφαλαίων προς τις υπόλοιπες χώρες και κυρίως τις χώρες του Νότου, για τις οποίες οι επιχορηγήσεις είναι θέμα ζωής και θανάτου. Όμως η Γερμανία δεν τσιγκουνεύεται καθόλου όταν πρόκειται να δαπανήσει για την οικονομία της, προκειμένου να αντιμετωπίσει την παρούσα κρίση.
Έτσι, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα εγκριθέντα μέτρα που παραθέτει το έγκυρο Bruegel, η Γερμανία έρχεται πρώτη μέχρι τώρα και με πολύ μεγάλη διαφορά στις άμεσες και έμμεσες δαπάνες για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορονοϊού, ως ποσοστό του ΑΕΠ, με το φανταστικό ποσοστό άμεσων και έμμεσων δαπανών της τάξης του 60% του ΑΕΠ!!! ( δημοσιονομικά μέτρα 236 δις, αναβολές πληρωμών 500 δις, εγγυήσεις 1.322 δις). Να σημειώσουμε ότι η Γερμανία δαπανά για την αντιμετώπιση της κρίσης ως ποσοστό του ΑΕΠ, σχεδόν τα διπλάσια από όσα δαπανούν ΗΠΑ και Βρετανία μαζί! (βλέπε εδώ). Γιατί; Γιατί η Γερμανία επιδιώκει να βγει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα από την κρίση και με όσο το δυνατόν πιο ενισχυμένη τη θέση της έναντι των ανταγωνιστών της στην Ευρώπη και στον κόσμο.
Ουραγός σε άμεσες και έμμεσες δαπάνες, ως ποσοστό του ΑΕΠ, για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορονοϊού βρίσκεται η Ελλάδα με το ισχνότατο 3,6% του ΑΕΠ!(Δημοσιονομικά μέτρα 2,1 δις, αναβολές πληρωμών 3,7 δις, εγγυήσεις 1δις). Με τόσο ισχνές δαπάνες σε μια τόσο αδύναμη οικονομία, πολύ περισσότερο που κατανέμονται με μονομερή ταξικό τρόπο, είναι φυσικό η χώρα μας να γνωρίσει, γνωρίζει ήδη, πολύ βαθιά ύφεση, πανύψηλη ανεργία και μεγάλη περαιτέρω φτωχοποίηση και εξαθλίωση.
Η Γερμανία μπορεί και κάνει αυτές τις σαρωτικές δαπάνες για την αντιμετώπιση της κρίσης όχι μόνο γιατί έχει χαμηλό χρέος αλλά κυρίως γιατί μπορεί να δανείζεται με αρνητικά επιτόκια και παράλληλα να αξιοποιεί για δανειοδοτήσεις και εγγυήσεις την περιβόητη κρατική αναπτυξιακή της Τράπεζα( ΚfG).
H Γερμανία δανειζόμενη με αρνητικά επιτόκια, δηλαδή με επιτόκια κάτω του 0%, πράγμα που σημαίνει ότι την πληρώνουν για να την δανείσουν(!), έχει το μεγάλο προνόμιο να δανείζεται και να επιστρέφει στον πιστωτή λιγότερα κεφάλαια από αυτά που δανείστηκε, δηλαδή να κερδίζει με τον δανεισμό, αντί να πληρώνει τόκο.
Αυτός, άλλωστε, είναι και ο κύριος λόγος που η Γερμανία δεν δέχεται την αμοιβαιοποίηση των χρεών των κοινοτικών χωρών (ευρωομόλογα), αφού ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ανέβαζε σε θετικό επίπεδο τα επιτόκια δανεισμού της, αφαιρώντας, έτσι, από τη Γερμανία ένα θεμελιώδες προνόμιο οικονομικής και κατ’ επέκταση πολιτικής επικυριαρχίας της στην Ε.Ε.
Αυτήν την περίοδο μπορεί να γίνει καλύτερα αντιληπτό γιατί η Γερμανία υπερασπίζεται με ιδιαίτερο πάθος το ευρώ και γιατί μετά από κάθε κρίση αυτή βγαίνει ισχυρότερη, ενώ βγαίνουν πιο αδύναμες οι άλλες χώρες κυρίως του Ευρωπαϊκού Νότου.
Παρόλα αυτά, τα εγχώρια κατεστημένα κέντρα, προσκολλημένα δυστυχώς στην γερμανική Ευρώπη, δεν έχουν σταματήσει να κατηγορούν από το 2015, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, τον Παναγιώτη Λαφαζάνη ότι ήθελε να κάνει «ριφιφί» στο Νομισματοκοπείο, επειδή, τότε, πρότεινε την επιλογή της εξόδου από το ευρώ και της θεσμοθέτησης εθνικού νομίσματος, αντί ενός τρίτου μνημονίου υποθήκευσης και συνέχισης της νεοαποικιοποίησης της χώρας μας, τα οποία επέλεξε η κυβέρνηση Τσίπρα.
Τώρα και οι πιο αδαείς βλέπουν ότι αυτό που γελοιοδέστατα οι συκοφάντες αποκάλεσαν “ριφιφί“, το κάνουν μετά μανίας αυτήν την περίοδο στα δικά τους Νομισματοκοπεία η Βρετανία, οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία κ.λ.π για να χρηματοδοτήσουν, όχι με δανεικά αλλά με απεριόριστο «τζάμπα» τυπωμένο χρήμα, τις πολιτικές και τις οικονομίες τους, σε αντίθεση με την Ευρωζώνη στην οποία απαγορεύεται να κόψει νόμισμα ούτε αυτή ούτε οι επιμέρους χώρες-μέλη της, με αποτέλεσμα να βουλιάζει βαθύτερα στην κρίση για να κερδοσκοπεί σε βάρος της η Γερμανία με ένα στενό κύκλο βορείων χωρών.
Αυτός είναι, επίσης, ένας βασικός λόγος, ανάμεσα στους πολλούς άλλους, που η Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως να καταφύγει στο εθνικό της νόμισμα, προκειμένου να απαλλαγεί από τη φυλακή του ευρώ-μάρκου, να αποκτήσει την εθνική της κυριαρχία που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη νομισματική της κυριαρχία και να χρηματοδοτήσει με ισχυρές δόσεις «δωρεάν» χρήματος την οικονομία της, ως το μόνο δρόμο για να στηρίξει αποτελεσματικά μια προοδευτική διέξοδο από την κρίση και ιδιαίτερα τις θέσεις εργασίας.
Το εθνικό νόμισμα για χώρες όπως η Ελλάδα, σε συνάρτηση με μια πολυδιάστατη στρατηγική διεθνών, οικονομικών και πολιτικών σχέσεων, δεν είναι, πλέον, θέμα επιλογής αλλά επείγουσα ανάγκη εθνικής και κοινωνικής επιβίωσης, απέναντι σε μια ευρωζώνη και Ε.Ε που σπαράσσονται, βουλιάζουν και αποσυντίθενται, ενώ στέλνουν κυριολεκτικά στον καιάδα τις πιο αδύναμες χώρες.
Παναγιώτης Λαφαζάνης