Αν υπάρξει υπέρβαση έναντι του στόχου, οι Θεσμοί προτιμούν να πληρωθούν «φέσια» του κράτους, για να στηριχθεί η ”ανάκαμψη” και να μπει ένα ποσό στο «μαξιλάρι» για την έξοδο από το Μνημόνιο – Δεσμευμένος ο Τσακαλώτος με την περσινή επιστολή παρά τις υποσχέσεις Τσίπρα και Βερναρδάκη
Σοβαρές αντιρρήσεις από την πλευρά των Θεσμών συναντά η πρόθεση της κυβέρνησης να μοιράσει 1.000 ευρώ σε 1.000.000 πολίτες πριν τα Χριστούγεννα, όπως προανήγγειλε μέσα στην εβδομάδα ο υπουργός Επικρατείας, Χριστόφορος Βερναρδάκης.
Ωστόσο, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες από το οικονομικό επιτελείο, τα μηνύματα από την πλευρά των Θεσμών δεν είναι θετικά. Αρμόδιες πηγές εξηγούν ότι η γραμμή του Κουαρτέτου είναι πως, αν υπάρξει υπεραπόδοση έναντι του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75%, τότε το επιπλέον ποσό που μάζεψε το κράτος δεν θα πρέπει να μοιραστεί με τη μορφή του έκτακτου βοηθήματος των 1.000 ευρώ, αλλά να πάει αλλού.
Πρώτον, το Κουαρτέτο θέλει ένα μέρος από τα χρήματα αυτά να δοθούν, για να αποπληρωθούν τα ληξιπρόθεσμα χρέη του κράτους προς τον ιδιωτικό τομέα, τα οποία φτάνουν τα 6,2 δισ. ευρώ (στοιχεία Αυγούστου) και να εκδοθούν συντάξεις που εκκρεμούν. Με αυτό τον τρόπο, οι Θεσμοί υποστηρίζουν ότι θα υπάρξει πολλαπλασιαστικό όφελος για την οικονομία και θα στηριχθεί η ανάκαμψη.
Δεύτερον, όπως προκύπτει από νεότερες πληροφορίες, οι Θεσμοί προτείνουν ένα μέρος από την όποια υπεραπόδοση να μπει στο «μαξιλάρι» ρευστότητας που ετοιμάζει η κυβέρνηση, με σκοπό να υποβοηθήσει την «καθαρή» έξοδο της Ελλάδας από το Μνημόνιο (clean exit) τον Αύγουστο του 2018 και τη σταδιακή επιστροφή στις αγορές σε συνθήκες σταθερότητας.
Τον δυσκολότερο ρόλο τον έχει για μια ακόμη φορά ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο οποίος πέρυσι τα Χριστούγεννα προσπάθησε με επιστολή του να κατευνάσει τις αντιδράσεις των Ευρωπαίων. Μετά τη μονομερή ενέργεια για το επίδομα σε 1,6 εκατ. συνταξιούχους, ο υπουργός δεσμεύτηκε σε πολύ συγκεκριμένες διαδικασίες για το πώς θα διανέμεται το μέρισμα, πάντα με τη σύμφωνη γνώμη των Θεσμών.
Ενδεικτικά, στην επιστολή με ημερομηνία 23 Δεκεμβρίου 2016, ο κ. Τσακαλώτος αναφέρει: «Αναγνωρίζουμε ότι ο διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε στοχευμένα μέτρα για την ενδυνάμωση της κοινωνικής προστασίας (ειδικά στο πρόγραμμα για το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης) και/ή για τη μείωση των φορολογικών βαρών που προκύπτουν από τις μνημονιακές δεσμεύσεις. Ειδάλλως, θα χρησιμοποιήσουμε την υπεραπόδοση για τη δημιουργία ενός “μαξιλαριού ρευστότητας” (cash buffer) ή/και για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών».
Σημειώνεται επίσης ότι, πριν από λίγες εβδομάδες, στις 13 Σεπτεμβρίου, το υπουργείο Οικονομικών υπενθύμιζε, μέσω άτυπης ενημέρωσης (από κορυφαίο αξιωματούχο), τα εξής: «Έχουμε συμφωνήσει με τους θεσμούς πού μπορεί να διανεμηθεί η υπέρβαση (…) Δεν θα διατεθεί την φορά αυτή για τις συντάξεις, γιατί το συμφωνήσαμε αυτό. Το μισό ποσό θα δοθεί για το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης και για άλλες κοινωνικές δαπάνες, ενώ το υπόλοιπο θα δοθεί για αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου και άλλα αναπτυξιακά προγράμματα, όπως προβλέπει η επιστολή Τσακαλώτου που εστάλη στους Θεσμούς».
Σε κάθε περίπτωση, το θέμα θα συζητηθεί με τους Θεσμούς στο «Χίλτον», στις διαπραγματεύσεις που αρχίζουν την Δευτέρα και αναμένεται να διαρκέσουν μία εβδομάδα. Το θετικό για την κυβέρνηση είναι ότι υπάρχουν περιθώρια συμβιβασμού, ώστε, σε περίπτωση που διαπιστωθεί υπεραπόδοση έναντι του στόχου, τότε το μέρισμα να αξιοποιηθεί έως τα Χριστούγεννα και όχι τον Απρίλιο του 2018, όταν θα γίνει η επίσημη πιστοποίηση του φετινού πλεονάσματος από την Eurostat.
Επιπλέον, παρά την απόλυτη διαφωνία του Κουαρτέτου για τον «μποναμά» των 1.000 ευρώ σε ένα εκατ. πολίτες (άλλωστε, κανείς δεν ξέρει ακόμη αν θα υπάρξουν αυτά τα λεφτά), στο υπουργείο Οικονομικών βλέπουν περιθώρια συμβιβασμού για ένα μικρότερο πακέτο.
Αρμόδιοι παράγοντες εκτιμούν ότι, για να επιτευχθεί η σύμφωνη γνώμη των Θεσμών, θα πρέπει ένα μέρος της όποιας υπέρβασης να δοθεί για τα ληξιπρόθεσμα, ώστε να εξασφαλιστεί με αυτό τον τρόπο το «πράσινο φως», για να μοιραστεί ένα εφάπαξ ποσό στους 220.000 δικαιούχους του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης και στους 236.000 συνταξιούχους, που είναι δικαιούχοι του ΕΚΑΣ.