Οἱ ἰταλικὲς Εκλογὲς τῆς 5ης Μαρτίου ἀποτέλεσαν ἕνα ἀκόμα ηχηρὸ ράπισμα στὸ τμῆμα ἐκεῖνο τοῦ πολιτικοῦ συστήματος ποὺ ἐξέθρεψε καὶ ἐπέβαλε τὸ ἐποικοδόμημα καὶ τὴν πολιτικὴ τῆς Εὐρωζώνης.
Ἤδη, ὡς συνέπεια τῆς ἔνταξης τὸ 1979 στὸ στὸ εὐρωπαϊκὸ νομισματικὸ σύστημα, ἡ Κεντρικὴ Τράπεζα τῆς Ἰταλίας δὲν μποροῦσε νὰ ἐξαγοράζει τὸ Δημόσιο Χρέος. Ἀπὸ τὸ 1992 καὶ μετά, μὲ τὴ συνθήκη τοῦ Μάαστριχτ καὶ τὴν πολιτικὴ τοῦ ἀποπληθωρισμοῦ, τοῦ τεχνητὰ σκληροῦ νομίσματος καὶ τῆς λιτότητας, ἔχασε καὶ τὴ δυνατότητα ὑποτίμησης τῆς λιρέτας, πρὶν ἀκόμα τὴν καθιέρωση τοῦ εὐρώ. Ἡ πορεία πρὸς τὸ ἑνιαῖο νόμισμα σήμανε πολιτικὴ λιτότητας, μὲ ἀποκορύφωμα ἔκτακτο «φόρο γιὰ τὴν Εὐρώπη» ποὺ ἐπιβλήθηκε γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό.
Ἡ κρίση τοῦ 2008 καὶ ἡ κερδοσκοπία τίναξαν στὰ ὕψη τὸ Δημόσιο Χρέος, μὲ τὴν Κυβέρνηση νὰ μὴ μπορεῖ νὰ ἀσκήσει δική της νομισματικὴ πολιτική. Οἱ εὐρωκράτες ἔφτασαν στὸ σημεῖο νὰ ἐπιβάλουν τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ ἐκλεγμένου πρωθυπουργοῦ, ἔστω κι ἂν αὐτὸς ἦταν ὁ Μπερλουσκόνι. Ἐπέβαλαν τὸ δοτὸ τραπεζίτη Μόντι, τοῦ ἴδιου κλίματος μὲ τὸν ἡμέτερο Παπαδῆμο.
Ἡ σκληρὴ λιτότητα τῆς Κυβέρνησης Μόντι ἔφερε ἀπότομη μείωση τῶν δημοσίων δαπανῶν, κατάργηση ἐργασιακῶν δικαιωμάτων θεμελιωμένων ἀπὸ τὸ 1970, μείωση τῶν συντάξεων, ὕφεση χειρότερη ἀκόμα καὶ ἀπὸ αὐτὴν τοῦ 2008-2009. Τὸ κατὰ κεφαλὴν είσόδημα τῆς Ἰταλίας ἔπεσε στὰ έπίπεδα τοῦ 1997.
Ἡ ἰταλικὴ Ἀριστερὰ εἶχε παλαιότερα ξεχωρίσει γιὰ τὴν παραγωγὴ πολιτικῆς καὶ ἰδεῶν. Ἤδη ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ἡ ἡγεσία της εἶχε τὴ διορατικότητα νὰ ἀποφύγει ἕναν ἐμφύλιο πόλεμο, ὅπως στὴν Ἑλλάδα, νὰ ἀξιοποιήσει τὰ περιθώρια στὴ μεταπολεμικὴ σκηνὴ καὶ νὰ διατηρήσει μεγάλη ἐπιρροὴ στὰ λαϊκὰ στρώματα. Διαφοροποιήθηκε ἀπὸ τὴ Μόσχα μὲ τὸν λεγόμενο «Εὐρωκομμουνισμό».
Ὅμως, ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ 1990 καὶ μετά, ἐκφυλίστηκε σὲ κόμμα συνδιαχείρισης τῆς ἐξουσίας. Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ πλαίσιο τοῦ εὐρὼ δὲν ταίριαζε μὲ τὴν ἰταλικὴ οἰκονομία, ὑπηρέτησε πλήρως τὴν πολιτικὴ τῶν Βρυξελλῶν, μὲ ἀποκορύφωμα τὴν ἀπερχόμενη Κυβέρνηση.
Εἰσέπραξε, λοιπόν, τὸ τίμημα τῆς λαϊκῆς ὀργῆς καὶ τῆς άποξένωσης ἀπὸ τὰ λαϊκὰ στρώματα ποὺ παραδοσιακὰ τὴ στήριζαν. Τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὸ κόμμα τοῦ Σίλβιο Μπερλουσκόνι, τὴ «φιλοευρωπαϊκὴ» ἐκδοχὴ τῆς Δεξιᾶς, ποὺ πῆρε μόλις 14% τῶν ψήφων, πίσω ἀπὸ τὴν ἀκροδεξιὰ «Λέγκα» (πρώην «Λέγκα τοῦ Βορρᾶ»), ἡ ὁποία προηγεῖται στὸν συνασπισμὸ τῆς Δεξιᾶς.
Ἡ λαϊκὴ ὀργὴ ἀνέδειξε καὶ τὸ «Κίνημα τῶν πέντε ἀστέρων» ποὺ ἵδρυσε ὁ κωμικὸς Πέπε Γκρίλο καὶ ἀναδείχθηκε σὲ πρῶτο αὐτοτελὲς κόμμα μὲ 32%. Ὁ συνασπισμὸς κομμάτων τῆς Δεξιᾶς-Ἀκροδεξιᾶς προηγεῖται μὲ 37% τῶν ψήφων, ἐνῶ αὐτὸς τῆς Κεντροαριστερᾶς περιορίστηκε στὸ 20%. Τοῦτο προμηνύει μακρὰ περίοδο ἀκυβερνησίας.
Παράλληλα, ἡ ἐπικράτηση τοῦ «Κινήματος τῶν πέντε ἀστέρων» στὸ Νότο καὶ τῆς «Λίγκας» στὸ Βορρᾶ, ἀναδεικνύει μιὰ χώρα διαιρεμένη.
Σὲ κάθε περίπτωση, ἡ Ἰταλία συγκαταλέγεται στοὺς μεγάλους χαμένους τῆς καθιέρωσης τῆς Εὐρωζώνης καὶ τὸ τίμημα πλήρωσαν στὶς Εκλογὲς αὐτὲς οἱ πολιτικὲς δυνάμεις ποὺ ἐπέβαλαν μὲ κάθε κόστος τὴν πολιτικὴ αὐτή. Ἔχει γίνει φανερὸ ὅτι ἡ Ἰταλία εἶναι καταδικασμένη στὴν παρακμή, ὅσο δὲν ἀνακτᾶ τὸν ἔλεγχο τῆς νομισματικῆς της πολιτικῆς. Μόνο στὴν περίπτωση αὐτὴ θὰ μποροῦσε νὰ ἀνκάμψει, στηριζόμενη στὴν οἰκονομική της ἰσχύ.
Γιὰ ὅλες, ἐξάλλου, τὶς χῶρες, ἀναδεικνύεται ἡ ἀδυναμία μηχανισμῶν ἀπάτριδων, χωρὶς δημοκρατικὴ νομιμοποίηση καὶ ἐξαρτημένων ἀπὸ τὸν γερμανικὸ ἰμπεριαλισμὸ καὶ τὴ διεθνῆ ὀλιγαρχία, νὰ διαχειριστοῦν τὶς εὐρωπαϊκὲς ὑποθέσεις πρὸς ὄφελος τῶν λαῶν.
Ὅσα ἰσχύουν γιὰ τὴν Ἰταλία, ἔχει ἀποδειχθεῖ ὅτι ἰσχύουν γιὰ τὴν Ἑλλάδα, ἡ ὁποία ὑπέστη στὸ πολλαπλάσιο τὶς συνέπειες τῆς δόμησης τῆς Εὐρωζώνης.
Ἂς ἀντλήσουν τὰ κατάλληλα συμπεράσματα ὅσοι διατηροῦν τὴν ψευδαίσθηση ὅτι ἡ ἰδιότητα τοῦ μέλους τῆς Ε.Ε. καὶ τῆς Εὐρωζώνης ἀποτελοῦν ἐγγύηση γιὰ τὴν εὐημερία τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ τὴν ἐθνικὴ ἀσφάλεια τῆς Χώρας.
*Ο Γιάννης Ζερβός είναι Πρόεδρος της Χριστιανικής Δημοκρατίας.
**Πηγή: Εφημερίδα ”Χριστιανική Δημοκρατία”.