Με αφορμή την «Καμμένη» μπίζνα, στα απόνερα της οποίας βουλιάζει και πάλι η πολιτική ζωή, έρχεται ξανά στην επιφάνεια ένας ακόμη νεολογισμός που γνωρίζει άνθηση στα χρόνια της δουλοπρέπειας, και ακούει στο όνομα «διακρατική συμφωνία»…
Πρόκειται για έναν νεολογισμό που…
- Δείχνει αθώος στη σύλληψη…
- Εμφανίζεται να παραπέμπει σε θεσμικά απολύτως οχυρωμένες επιλογές, με μέτρο αξιολόγησης την πιστότητα στη μετάφραση…
- Μοστράρει ως παντελώς καθαγιασμένος από πάσης φύσεως ανομήματα παλαιάς κοπής και παλαιών αντιλήψεων…
Και εν τέλει επιχειρείται να εμφανιστεί ως η πεμπτουσία του διαφανούς, του πολύπλευρα επεξεργασμένου, του πλέον άσπιλου και του άκρως αμόλυντου τρόπου στη διαχείριση ζητημάτων διμερούς ή πολυμερούς ενδιαφέροντος, στη σύγχρονη έκδοση της διεθνούς πολιτικής.
Προφανώς και δεν θα αμφισβητήσουμε την ετυμολογική ερμηνεία του όρου. Έχουμε όμως κάθε λόγο να προσεγγίζουμε με επιφύλαξη, με σκεπτικισμό και πάντα υπό το φίλτρο δεύτερης και τρίτης σκέψης, τον τρόπο με τον οποίο έχει «εισβάλει» ως έννοια στην πολιτική ρητορική των κυβερνώντων στα χρόνια της δουλοπρέπειας, κι αυτό όχι τυχαία αφού…
Κορυφαία «διακρατική συμφωνία» υπήρξε πριν απ όλα το έκτρωμα της μνημονιακής υποταγής, μέσα από την οποία παραδόθηκαν το νομοθετικό δικαίωμα, το δικαίωμα αυτοτελούς άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής, τα κλειδιά της αξιοπρέπειας της χώρας, και συνεπεία αυτής παραδίδονται ακόμη και…
τα σπίτια των Ελλήνων πολιτών, στο υποθηκευμένο Ελληνικό κράτος, και στις υπό την κηδεμονία του ευρωσυστήμτος τελούσες «συστημικές» τράπεζες, μέσα από τα κολαστήρια των κατοχικών Ειρηνοδικείων, για τη θωράκιση των οποίων επιστρατεύεται και σύμπας ο μηχανισμός της καταστολής.
Πολυδιαφημισμένες «διακρατικές συμφωνίες» προσυπέγραφαν καμαρωτές – καμαρωτές οι κάθε λογής πολιτικές μαριονέτες με τους «επενδυτές του Κατάρ», αλλά όταν ο κόμπος έφτανε στο «δια ταύτα», τότε κατά κανόνα μεγαλουργούσε το γνωστό «μην τον είδατε τον Παναή». Αλλά ουδέποτε κρίθηκαν γι αυτό το φιάσκο οι πρωταγωνιστές της πολιτικής εξαπάτησης.
«Διακρατικές συμφωνίες» επισφράγισαν την πολιτική των αγωγών, αλλά στην πράξη ανακύπτει πως δεν υπήρξαν παρά μονάχα προκλητικές και κατάπτυστες συμφωνίες υποτέλειας, πολλαπλά χρήσιμες για τους επιχειρησιακούς σχεδιασμούς των ισχυρών, αλλά αμφιλεγόμενης αποτελεσματικότητας και με σημαντικό εθνικό κόστος για την ίδια την υπόσταση της χώρας.
Με τον μανδύα των «διακρατικών συμφωνιών» επιχειρείται να απενοχοποιηθεί η ενσωμάτωση της χώρας σε επικίνδυνα στρατηγήματα του Ισραήλ και των ΗΠΑ, μέσω των οποίων εκχωρείται εθνική κυριαρχία, νομιμοποιούνται πειρατικοί επεμβατισμοί, και περιπλέκεται η εμπλοκή της χώρας σε εφιαλτικά σενάρια τρίτων, μπροστά σε εκτεταμένες στρατηγικές ανακατατάξεις και ευρύτερες αναδιατάξεις γεωστρατηγικών ισορροπιών.
Με «διακρατικές συμφωνίες» επαναπροσδιορίζεται η συμμετοχή τη χώρας σε διευρυμένα «συνεργατικά αναπτυξιακά πακέτα» που προσαρμόζουν τη λειτουργική δομή της Βαλκανικής στις ανάγκες εξυπηρέτησης των υπερεθνικών σχεδιασμών, για τη στρατηγική αναδιάταξη, και την οικονομία, και όλα αυτά, με κυρίως διασφαλισμένο το ζημιογόνο ισοζύγιο για τη χώρα μας, και φυσικά ευρισκόμενα παντελώς έξω από κάθε έννοια αναγκαίου εθνικού σχεδιασμού.
Έτσι… Και το φιάσκο της «Καμμένης μπίζνας» με τη Σαουδική Αραβία που μονοπωλεί το ενδιαφέρον και την επικαιρότητα, αποτελεί μία επίσης διακεκριμένη περίπτωση, όπου υπό το κέλυφος μιας ακόμη «διακρατικής συμφωνίας», επιχειρείται να περιβληθεί με αυξημένο κύρος, μια συναλλαγή που τη χαρακτηρίζουν…
- Σημαντικό έλλειμμα αξιοπιστίας αναφορικά με το ρόλο που διαδραμάτισε ο Υπουργός Άμυνας…
- Πρωτοφανής «τρύπα» στο αδιάβλητο της σχέσης του με τον υπόδικο νταλαβεριτζή οπλικών συστημάτων, και το σκοτεινό ρόλο που έπαιξε σε αυτή τη θλιβερή ιστορία… Και το σημαντικότερο…
- Εκτεταμένο ηθικό έλλειμμα αναφορικά ακόμη και με αυτήν καθ εαυτή τη σκοπιμότητα της συγκεκριμένης «εμπορικής πράξης», με τους μακελάρηδες της Υεμένης και μέντορες των φονιάδων του ISIS.
Εν κατακλείδι, αυτός ο καθ όλα διάτρητος ως προς την πραγματική του ταυτότητα νεολογισμός των «διακρατικών συμφωνιών», δείχνει να έχει «δραπετεύσει» οριστικά από το ετυμολογικό του στερέωμα, και να μεταλλάσσεται σε ένα ιδιότυπο πολιτικό έκτρωμα, μέσα στο οποίο ενσωματώνονται τα πιο απεχθή πρωτόκολλα διαχείρισης, μιας πολλαπλά δουλοπρεπούς,εθνικά επιζήμιας και ηθικά αμφιλεγόμενης εξωτερικής πολιτικής, μέσα από την οποία επιχειρείται να αποδοθεί αυξημένο θεσμικό κύρος σε πράξεις και επιλογές, που δεν αγγίζουν μονάχα τα όρια του ποινικού κώδικα, αλλά υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις που τείνουν να ενεργοποιούν ακόμη και τα περί εθνικής ασφαλείας προβλεπόμενα, στις πιο κραυγαλέες περιπτώσεις.
Είναι προφανές, πως η πολιτική αλλαγή στον τόπο μας και οι πολιτικές δυνάμεις που θα δρομολογήσουν την πλήρη ανατροπή του καθεστώτος της εξάρτησης και την ανάκτηση της πλήρους κυριότητας της χώρας, οφείλουν να αποσαφηνίσουν προκαταβολικά…
- Πως δεν δεσμεύονται από το «πολιτικό προϊόν» αυτών των «διακρατικών συμφωνιών»…
- Πως θα επανεξετάσουν συνολικά το πλαίσιο, τους όρους, τις προϋποθέσεις και τις μακροχρόνιες συνέπειες από την υπογραφή τους. Και…
Πως θα παραπέμψουν στο φυσικό δικαστή τους πρωτεργάτες, μετά την κατά περίπτωση εξέταση όλων των εμφανών, των αφανών, αλλά και άδηλων παραμέτρων που τις διέπουν.